30 Σεπ 2009

Άφησε τους νεκρούς να θάψουν τους νεκρούς.


@@Η ελπίδα χάθηκε δεν υπάρχει καρδιά να παίζει σαν του παιδιού στους αγρούς στην αγκαλιά της φύσης . Χθες είχα μία συζήτηση με κάτι φίλους και ενώ έλεγα αθώες σκέψεις, δεν συμφωνούσε κανένας γιατί ο κόσμος έλεγαν δεν είναι έτσι και άρα πρέπει να δρας με ανάλογο τρόπο. Με τον τρόπο του κόσμου. Σήμερα ζήτησα σε δυο ανθρώπους να συνεργαστούν και ο ένας αρνήθηκε γιατί λέει ότι οι συνεργασίες δεν είναι εφικτές. Τους είπα ότι θα τους ενώνω εγώ και ο ένας επέμεινε να αρνείται. Μιλούσα και ένιωθα σε κάθε απάντηση του ενός να γκρεμίζεται ο κόσμος. Πως να πολεμήσεις με λουλούδια και δάκρυα ; Πώς; Να μην με ξεχνάτε στις προσευχές σας....



Σήμερα έλαβα αυτό το email από ένα ευαίσθητο και υπέροχα όμορφο άνθρωπο. Ένα νέο άνθρωπο που πέρασε την ζωή του μέσα στην οδύνη του πόνου και της θλίψης μόνο και μόνο διότι διέθετε μια ευαίσθητη ματιά πάνω στα πρόσωπα και τα πράγματα.
Αρνήθηκε να συνθηκολογήσει. Αρνήθηκε να συμβιβαστεί. Πίστεψε στο όνειρο και στην ουτοπία. Στο παράδεισο της πρωτόπλαστης αθωότητας. Ίσως να έχει και αυτός τις αδυναμίες του ή ακόμη και τις ευθύνες του. Ωστόσο αυτό δεν μειώνει σε τίποτα το γεγονός ότι οι ευαίσθητοι και συναισθηματικοί άνθρωποι είναι "απορριπτέοι" στην εποχή μας. Είναι οι περιθωριακοί της βαρβαρότητας του πολιτισμού μας. ''Ανίκανοι" για τους πολλούς, να αναμετρηθούν με την κοινωνία της βίας, του κανιβαλισμού, της καταστροφής, του τεχνοκρατικού προγραμματισμού, που όλα και όλους τους εξαντλεί στην χρησιμότητα και χρηστικότητα των αναγκών του.


Η ευαισθησία στην εποχή μας θεωρείται ως αδυναμία ή μάλλον ως αναπηρία της προσωπικότητας του ανθρώπου. Ως μειονέκτημα για τον άνθρωπο του 21ου αιων. Το ζω κάθε μέρα. Ακούω και βλέπω κόσμο πολύ. Βλέπω τις αντιδράσεις εκείνων που έχουν μέσα στο στενό ή και ευρύτερο περιβάλλον τους, ιδιαίτερα ευαίσθητους ανθρώπους.


Τους απομονώνουν, τους περιθωριοποιούν. Το έχω δει πολλές φορές ακόμη και στις παιδικές και νεανικές συνάξεις της ενορίας μου. Οι γονείς φοβούνται μήπως τα παιδιά τους γίνουν βλάκες ή ηλίθιοι. Μήπως τους μάθουμε τον τρόπο ζωής και αντίληψης του Χριστού με αποτέλεσμα να μην μπορούν να επιβιώσουν κατόπιν στην ζωή τους. Και μάλιστα εν Ελλάδι, το νεοελληνικό ιδεώδες κατατάσσει ως έξυπνο άνθρωπο –σαφέστατα- όχι τον ευφυή, καλλιεργημένο νοητικά και ψυχικά, τον έχοντα προϋποθέσεις και ποιότητες χαρισματικές αλλά εκείνον ο οποίος εξαπατά, κοροϊδεύει, υπονομεύει, δολοπλοκεί και κυρίως και προπαντός κάνει αρπαχτές, "έξυπνες κινήσεις" ώστε να εξαγοράζει γη και χρήμα για το τομάρι του ή την "οικογενειούλα" του. Για την ματαιοδοξία του και την εξουσιαστική λαγνεία του Εγω του.


Ποιος προφήτης τώρα θ΄ ακουστεί,

σαν φωνή σε στέρνα κλειστή,

σ΄ έναν κόσμο άδειο κι ορφανό,

ποια κραυγή από τον ουρανό»

Μ. Χατζιδάκις

«Η μπαλάντα του οδοιπόρου»


Στην πραγματικότητα το είχα πει εάν δεν κάνω λάθος και σε παλαιότερη αναφορά μου, ότι τον Χριστό δεν τον θέλεις κανείς. Την θρησκεία ναι. Πάρα πολλοί. Γιατί η θρησκεία είναι μια απρόσωπη αναφορά σε μια αντικειμενική θεότητα που μπορεί να σου δίνει, να σου εξασφαλίζει, να σου επιλύσει όλες τις υποθέσεις και τεχνητές σου ανάγκες , χωρίς εσύ να αναλάβεις καμία ευθύνη πέραν των τελετουργικών καθηκόντων. Δηλαδή απλά εκτελώντας κάποια τελετουργικά σου καθήκοντα έχεις την εύνοια του Θεού ή των Θεών. Αλλά τούτο δεν έχει κανένα κόστος στον τρόπο της ζωής σου.


Ο Χριστός όμως είναι κάτι το τελείως διαφορετικό. Ο Χριστός είναι το αντίθετο της θρησκείας. Ο Χριστός παραδίδει όχι μια νέα θρησκεία ή μια νέα ιδεολογία, αλλά ένα νέο τρόπο ζωής. Πρέπει να αλλάξεις της ζωής σου για να μπορέσεις αν ακολουθήσεις τον Χριστό. Και αυτό εχει πόνο, ευθύνη, σταυρό. Μυρίζει Γεσθημανή και Γολγοθά και κανείς δεν θέλει καρφιά στα χέρια και και αγκάθινα στεφάνια στα μαλλιά του. Αυτός είναι ο Χριστός, ζωή, τρόπος να ζεις για τον Άλλον και άλλο. Κοινωνία και σχέση. Αλληλεγγύη και συντροφικότητα. Κοινοκτημοσύνη. Νοιάξιμο και θυσία. Εκκλησία, δηλαδή κοινότητα. Ποιος τα θέλει αυτά. Κανείς!!!!!! Αλλά όμως αυτός είναι ο Ιησούς. Άσχετα εάν εμείς τον παραχαράξαμε και τον παραμορφώσαμε στο πέρασμα των αιώνων.


Καταλαβαίνω λοιπόν τον φίλο που έστειλε αυτό το μήνυμα. Και το μόνο που έχω να του πω και σε αυτόν και σε όλα τα παιδιά που μου στέλνουν γράμματα, είναι οτι πρέπει να πάψουμε να κουβαλάμε τους '" Νεκρούς μέσα μας ".


Όταν κάποτε ένας νέος άνθρωπος άκουσε αυτά που έλεγε και πρότεινε ως τρόπο ζωής ο Ιησούς θέλησε να τον ακολουθήσει. Να πάει μαζί Του. Τότε ο Χριστός του λέει, έλα ΤΩΡΑ, όχι αύριο, η μεθαύριο, αλλά ΤΩΡΑ. Τώρα είναι η ζωή. Το χθες και το αύριο δεν υπάρχει μονάχα το ΤΩΡΑ ΖΕΙ. Εκείνος του απάντησε ναι Ιησού, αλλά άσε με να πάω να θάψω τον πατέρα μου και μετά θα έρθω. Ο Χριστός με απόλυτη αποφασιστικότητα και επίγνωση της δύναμης του ΤΩΡΑ, αλλά και της ανατρεπτικότητας και ριζοσπαστικότητας απέναντι στην ζωή των συνθηκών και των συμβάσεων, του απάντησε: "Ασε τους νεκρούς να θάψουν τους νεκρούς" πάψε να τους κουβαλάς μέσα σου. Ο κόσμος αυτός, οι κοινωνίες αυτές, οι σχέσεις οι συμβατικές και όχι ελεύθερες, είναι ΝΕΚΡΕΣ. Άσε τους αυτούς, μυρίζουν σήψη αιώνων. Μπόχα νεκρής φύσης. Έλα μαζί μου. Να μάθεις ένα τρόπο ζωής που θα σε κάνει να ζεις με πληρότητα.

Αυτό τον λόγο του Χριστού δίνω στον φίλο και σε όλα τα παιδιά που ακόμη πονάνε και δακρύζουν χωρίς να ντρέπονται για το χώμα και την αλμύρα που κουβαλάνε μέσα τους. Για την ανθρωπινότητα τους.

Μην παραδοθείτε στον κόσμο των Νεκρών. Αντισταθείτε και Αναστηθείτε. Η ζωή αυτή είναι σύντομη. Βρείτε ένα, δυο, τρεις, ανθρώπους που μπορείτε να λέτε καλημέρα και να είναι καλημέρα. Να λέτε καληνύχτα και να είναι καληνύχτα και χτίστε την δική σας ουτοπία. Το δικό σας "αντάρτικό", εκκλησιαστικοποιείστε την ζωή σας. Φτιάξτε κοινότητες. Διαχειριστείτε χώρους και χρόνους και αυτοργανωθείτε. Ζήστε... αλλά μην παραδοθείτε στους Νεκρούς κανόνες, στις νεκρές σχέσεις, στις νεκρές πολιτείες, στις νεκρές θρησκείες, στα νεκρά όνειρα του κόσμου τούτου. Μην τους επιτρέψετε να σπείρουν μέσα σας την απόγνωση. Ανάσταση και Αντίσταση.


π.Λίβυος


15 Σεπ 2009

Η τραγικότητα της ζωής δεν είναι Αδιέξοδη Οδός (Α΄μερος)


Η ελλαδική κοινωνική πραγματικότητα είναι ένας χώρος των άκρων. Σαφέστατα και όλος ο κόσμος και οι άνθρωποι του, ζουν μέσα σε αντιφάσεις. Αυτή είναι η πραγματικότητα της ζωής. Μια αντιφατική αρμονία. Ωστόσο όμως υπάρχουν κάποιοι λαοί και κάποιες κοινωνικές ομάδες που φανερώνουν έντονα αυτά τα στοιχεία. Μια από αυτές είναι και η Ελληνική κοινωνία.
Έτσι η νεότερη ιστορία μας είναι γεμάτη από αυτές τις αντιφατικότητες, που φανερώνουν έναν λαό που δε γνωρίζει όχι μόνο που πάει, αλλά που δεν ξέρει καν ούτε που θα ήθελε να πάει.
Όταν λοιπόν ο ρωμιός έβαλε γραβάτα και σμόκιν, πούδρες στους νεκρούς και μακιγιάραμε τις ρυτίδες της γιαγιάς, όταν μπερδέψαμε το κομπολόι με το κομποσκοίνι, το καντήλι της παιδικής παρηγοριάς σε νύκτες ολικής έκλειψης ελπίδας με τα φωτάκια που σκοτώνουν την ομορφιά της νύχτας, όταν το μπουζούκι έγινε οκτάχορδο και τα ψαλτικά μεράκια ορατόρια στο Μέγαρο Μουσικής, όταν σώπασαν οι γειτονιές, και τα γιασεμιά ξεράθηκαν στην αυλή της ερημιάς μας, τότε ήρθε και ένα νέο φρούτο που ονομαζόταν η ψυχολογία της ευτυχίας και αυτοβελτίωσης, που ήθελε με τεχνικές και μεθοδολογίες να κάνει όλους τους ανθρώπους να γελάνε, τόσο που να μοιάζουν γελοίοι. Πολλοί πίστεψαν σε αυτή την νέα συνταγή χαρούμενου βίου, αλλά πολύ γρήγορα κατάλαβαν ότι η ζωή δεν είναι συνταγές και μέθοδοί, αλλά πάλη και αγώνας. Πονάς και μαθαίνεις. Είναι όπως πολύ σοφά μας παρουσιάζει η κινηματογραφική ταινία Πολίτικη Κουζίνα, μια σχέση γεύσης. Εμπειρία αμεσότητας του πικρού, του γλυκού, του ξινού, του αλμυρού, του υγιεινού και καταστροφικού.
Εμείς εδώ στην πολιτιστική μας μήτρα μαθαίναμε αιώνες τώρα ότι η ζωή είναι τραγική. Ότι έχει πόνο και οδύνη. Ότι μόνο μέσα από την συνειδητοποίηση αυτής της πραγματικότητας μπορεί ο άνθρωπος να βρει την αλήθεια της ύπαρξης, της ζωής, του Θεού. Γι αυτό και όλη η παράδοση μας είναι ιλαροτραγική. Μια γεύση γλυκόπικρου, θανάτου και ζωής μαζί, χαρμολύπης.
Σταυρός και ανάσταση είναι όλη η αποκάλυψη για την ζωή που μας έδωσε ο Χριστός. Και συγχρόνως μας είπε ότι στην ζωή αυτή θα έχετε θλίψεις, αλλά μόνο όταν ο ένας έχει τον άλλο, όταν σηκώνει ο ένας τα βάρη του άλλου, τότε θα θεραπεύεται ο πόνος σας, θα θωπεύεται η αγωνία, θα γλυκαίνει η οδύνη της ζωής.

Έχω πει και σε παλαιότερα κείμενα μου, ότι το γράψιμο δεν υπήρξε ποτέ για μένα χόμπι. Μια διαδικασία χαρούμενη και ευχάριστη, ως αναψυχή και ψυχαγωγία.
Αντιθέτως έγραφα και γράφω μόνο όταν πονάω. Το γράψιμο είναι η κραυγή μου. Είναι καρπός απόγνωσης. Γεύση του προσωπικού μου Άδη. Σαρκώνεται στην Γεσθημανή και βουτάει το μελάνι του στο Γολγοθά.

Εάν δεν πονούσα δεν θα έγραφα. Εάν δεν υπέφερα δεν θα καθόμουν να παίζω με τις λέξεις για ξορκίσω το κακό. Να διώξω τις ανάγκες μου που γίνονται δαιμόνια και με στοιχειώνουν. Πολύ μου είπαν ότι το γράψιμο μου είναι καταθλιπτικό. Ίσως. Άλλοι μου είπαν ότι τους τραβάω μαζί μου στο βυθό της θάλασσας γεμίζοντας τους φύκια. Δεν το θέλω. Δεν επιδιώκω τίποτα.
Από τις πρώτες μέρες που δημιούργησα το μπλοκ είχα πει ότι δεν γράφω για να κάνω κήρυγμα. Δεν θέλω να πείσω κανένα για τίποτα. Γράφω γιατί πολύ απλά και ανθρώπινα μου αρέσει και το έχω ανάγκη. Και μαζί με εμένα αρκετοί άλλοι συνάνθρωποι μας, που θέλουν να ξέρουν αν υπάρχουν κι άλλοι σαν κι αυτούς.
Το να πονάω και να το κρύβω δεν έχει αξία. Το να πονάει ένας συνάνθρωπος μας, και να νιώθει ότι είναι μόνος του και ότι κανείς δεν αισθάνεται σαν κι αυτόν είναι κόλαση.
Πόσες φορές δεν μου είπαν άνθρωποι, μα πάτερ και εσύ πονάς; και εσύ σκέφτεσαι έτσι, και εσύ μελαγχολείς και εσύ απογοητεύεσαι; Τότε δεν είμαστε μόνο εμείς. Τότε δεν είναι αδιέξοδος ο δρόμος. Έτσι δεν είναι πάτερ;
Ναι τους έλεγα, δεν είστε μόνοι. Είμαστε πολλοί. Είναι κοινή μοίρα κάποιων ανθρώπων που για πολλούς και ποικίλους λόγους δεν αντέχουν, δεν έμαθαν, δεν τους έμαθαν δεν έχει και τόση σημασία, να αντέχουν τον κόσμο αυτό που τους προκαλεί οδύνη.

Αλλά το σημαντικό είναι ότι δεν παραιτούμαστε. Δεν λιποτακτούμε. Δεν γυρίζουμε την πλάτη στο μέλλον. Δεν λέμε ψέματα στον εαυτό μας, και δεν γυρίζουμε την πλάτη σε κανένα. Είμαστε εδώ παρόν. Ομολογούμε, ξεγυμνωνόσαστε υπαρξιακά, δεν κρυβόμαστε και μοιραζόμαστε με τον Θεό και τους συνανθρώπους μας, αυτούς που μπορούμε να ονομάσουμε αδέλφια και φίλους τον κοινό πόνο μας. Την οδύνη μας.

Λέει ο π. Φιλόθεος Φάρος «…..Στην Εκκλησία οι άνθρωποι μοιράζονται με τους άλλους τον εαυτό τους, το βίο τους, τον χρόνο τους, τις ανησυχίες τους, την δημιουργικότητά τους, τη χαρά τους, την λύπη τους, την πίκρα τους, την απόγνωσή τους, την ελπίδα τους, την πίστη τους…….. Δεν υπάρχει Εκκλησία εκεί που oι άνθρωποι φροντίζουν ο καθένας τον εαυτό του, εκεί που ο καθένας κρατάει τα αγαθά του, την χαρά του, την δύναμή του, την ελπίδα του, την πίστη του, την αρετή του για τον εαυτό του και δεν την μοιράζεται με τους άλλους..» Βέβαια το ερώτημα που γεννάται είναι που είναι αυτή η εκκλησία. Που μπορεί κανείς να την συναντήσει.
Αλλά για μένα το ερώτημα δεν είναι σωστό. Γιατί όπως λέει και μια κινέζικη παροιμία, αντί να διαμαρτυρόμαστε για το σκοτάδι είναι προτιμότερο να ανάψουμε ένα κερί. Θα μπορούσαμε λοιπόν εάν πραγματικά θέλαμε την εκκλησία του Χριστού παρούσα στην ζωή μας- αμφιβάλω πόσοι από εμάς την θέλουν πραγματικά ζωντανή στην ζωή τους και είναι έτοιμοι για το άθλημα αυτό, σε αυτό έχω πολλά να πω- τότε θα έπρεπε όλοι καθημερινά να αγωνιζόμαστε να την πραγματώσουμε. Όχι ως νεκρό θεσμό και κρατικό δεκανίκι εξουσίας, αλλά ως ουσιαστική πρόταση ζωής. Ως την οντολογική μας ανάγκη να υπάρχουμε ως εκκλησία. Να γινόμαστε κάθε μέρα εκκλησία. Να εκκλησιαστικοποιούμε την ύπαρξη μας. Να ανοιγόμαστε καθημερινά στον Θεό και τον συνάνθρωπο μας, ως κοινωνία μυστηρίου.

Δεν θέλω να κοιμίσω τον εαυτό μου με καμία ψυχότροπη ουσία και πολύ περισσότερο με μια θεωρία ή ιδεολογία ώστε να αρνηθώ την τραγικότητα της ζωής. Γιατί πιστεύω ότι μονάχα όταν με τιμιότητα και ρεαλισμό την αντιληφθούμε μπορούμε να την νικήσουμε. Όσο της κρυβόμαστε και όσο δεν θέλουμε να δούμε κατάματα την αλήθεια της, δεν ωριμάζουμε, δεν μαθαίνουμε, δεν εξελισσόμαστε.

Ο Χριστός δεν απέφυγε τον πόνο ποτέ. Δεν προσπάθησε να ξεφύγει απο τον Σταυρό. Δεν απέστρεψε το πρόσωπο του απο τους ανθρώπους που υπέφεραν για να μη του χαλάσουν την ατομική ηρεμία και θετική του διάθεση. Ο Χριστός δεν έκρυψε τον φόβο του στο κήπο της Γεσθημανής. Ζήτησε μια και δυο και τρεις φορές απο τους μαθητές του να μην κοιμηθούν γιατί φοβόταν, γιατί είχε αγωνία, απέναντι στο μεγάλο Σταυρό που τον περίμενε. Ηταν τόσο ανθρώπινος που με αναπαύει. Που με κερδίζει. Που τον αγαπώ, γιατί αυτή η ανθρωπινότητα του είναι η Θεικότητα Του.

Όλα αυτά περί θετικών σκέψεων και θετικής ματιάς του κόσμου, ενώ δεν είναι ψέματα και λάθος τακτικές, θεωρώ ότι δεν είναι για όλους. Εμένα ποτέ δε μου πρόσφεραν τίποτα. Εγώ ήθελα την αλήθεια της ζωής και της ύπαρξης. Μου φαινόταν ξένα προς την παράδοση μας. Αμερικανιές κατά το κοινώς λεγόμενο. Εγώ είχα μάθει ότι στην παράδοση μου το δράμα και τη τραγικότητα της ζωής δεν την κρύβουμε, δεν την μπαζώνουμε στα υπόγεια διαμερίσματα του ψυχισμού. Αλλά την μετατρέπουμε σε προσευχή, καφέ και παρέα, γειτονιά, τραγούδι, ύμνο, ζωγραφική, θέατρό, τρέλα. Στην παράδοση μου, εκείνη των βουνών, της θάλασσας και του αέρα που αναπνέω, της αρχαίας ελληνικής τραγωδίας, της Θείας Λειτουργίας, του Παπαδιαμάντη και του Σολωμού, η τραγικότητα της ζωής δεν φτιασιδώνεται. Δεν μασκαρεύεται. Δεν φοράει τα καλά της. Είναι αυτή που είναι. Ωμή, αφτιασίδωτη, ειλικρινής, ντόμπρα, μάγκισα και σταράτη. Έτσι λυτρώνεται. Έτσι μεταμορφώνεται, έτσι σώζεται από το ψέμα και γεμίζει φως από την όντως ζωή.

Το μεγαλύτερο καλό στην ζωή μου δε μου το πρόσφερε κανείς άλλος πέρα απο ενα παπά, πραγματικό παπά, δηλαδή πατέρα, που μου είπε ωμή την αλήθεια. Που δε με ντάντεψε και ας το είχα ανάγκη, που δε με κολάκεψε και δε με αμνήστευσε για τίποτα. Αντιθέτως με έβαλε μέσα στην φωτιά της ζωής και των προβλημάτων της να παλέψω. Να αναμετρηθώ με τις δυνάμεις μου. Να κάνω λάθη. Να πάθω για να μάθω. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος για να μάθει κανείς την αλήθεια της ζωής. Μονάχα η ίδια η ζωή που είναι σκληρή. Αλλά έχει και σοφία, έχει και πολύ ομορφιά.
Το μόνο πρόβλημα ή προσωπικό ερώτημα και στοίχημα μαζί, είναι εάν είμαστε έτοιμοι, να πονέσουμε, να παλέψουμε, να ρισκάρουμε την ασφάλεια της ψευτιάς μας, την κατάρρευση του προσωπικού μας μύθου, το σπάσιμο της εσωτερικής βιτρίνας. Εάν ναι, τότε η ζωή θα γίνει δικιά μας. Αλλά θα έχουμε πληρώσει βαρύ αντίτιμο για να σπουδάσουμε στα θρανία της. Αξίζει όμως τον πόνο.

π. Λίβυος


11 Σεπ 2009

Ζουμάροντας Ευχάριστα...

Αφιερωμένο στην Ζωή και την Σοφία


Η προχθεσινή εγγραφή που έκανα ξέρω ότι αναστάτωσε πολλούς. Αρκετοί προβληματίστηκαν αρνητικά. Άλλοι θετικά. Ωστόσο δεν έκανα τίποτε άλλο από το να περιγράψω την πραγματικότητα που μας περιβάλει.

Αυτή είναι η αλήθεια και την γνωρίζουμε όλοι. Την ζούμε, την ξέρουμε. Ζούμε μέσα σε όρια. Συμπαντικά, οντολογικά, κοινωνικά κ.α. Πολλά μας παραδόθηκαν, άλλα τα φτιάξαμε μόνοι μας. Και αυτά τα τελευταία συρματοπλέγματα είναι και τα χειρότερα. Αιμορραγούν περισσότερο από τα άλλα. Γιατί το να αποδεχθείς και να κατανοήσεις την σοφία Του Θεού, το μυστήριο της συμπαντικής αλήθειας που μας περιβάλει, έχει νόημα και ουσία για την πνευματική μας ωρίμανση. Αλλά το να φτιάχνουμε σαν άτομα και ως κοινωνίες μόνοι μας αυτά τα πλέγματα που φυλακίζουν την ζωή, την ύπαρξη μας, είναι ανυπόφορα αυτοκαταστροφικό.

Παρόλο όμως που ο κόσμος μας, είναι αυτός των ορίων, των συμβάσεων και συνθηκών, σε καμία περίπτωση δεν πιστεύω και προφανώς δεν προτείνω ότι τούτο πρέπει να μας οδηγεί στην οδό της απελπισίας και της ματαίωσης σε κάθε προσπάθεια να ζήσουμε πραγματικά την ζωή μας ως δώρο, ευχαριστιακά και δοξολογικά.

Σίγουρα για πολλούς ανθρώπους, δεν είναι τόσο απλά θεωρητικά ή ιδεοληματικά τα πράγματα της ζωής. Οι καταστάσεις που έχουν να αντιμετωπίσουν. Σ ε αυτή την κατηγορία υπάγομαι και εγώ. Ούτε για μένα ήταν και είναι εύκολο. Όμως με την βοήθεια του Θεού ασκώ τον εαυτό μου καθημερινά. Είναι θέμα λοιπόν άσκησης και συνεχούς καθημερινής προσπάθειας να βελτιώνουμε την ποιότητα ή τις ποιότητες της ζωής μας.

Υπάρχουν σίγουρα πολλοί και διαφορετικοί άνθρωποι. Πολλά και διαφορετικά βιώματα. Ποικίλες πολιτισμικές και κοινωνικές μορφές που ορίζουν και πολλές φορές καθορίζουν τις σκεπτομορφές μας. Μας προδιαθέτουν θα λέγαμε θετικά ή αρνητικά για τα κοιτάγματα που θα κάνουμε στην ζωή.

Όμως όπως και να έχει, όποιο και να είναι το υπόβαθρο πάνω στο οποίο πατάμε, ο άνθρωπος διαφέρει από τις υπόλοιπες βιολογικές μονάδες ακριβώς γιατί μπορεί να επηρεάζει και να επηρεάζεται από το περιβάλλον του σε τέτοιο βαθμό που να μεταβάλει και να μεταμορφώνει το τώρα, το σήμερα, το αύριο της ζωής του.

Έχουμε λοιπόν σίγουρα όλοι μας, ως άνθρωποι, ένα υπόβαθρο πίσω μας. Μια κληρονομιά προγονική. Κουβαλάμε του προγόνους μας και καλούμαστε να τους θεραπεύσουμε.

«Είναι μυστήριο ο άνθρωπος. Φέρουμε μέσας μας κληρονομιά αιώνων, όλο το καλό που βιώθηκε από τους προφήτες, τους αγίους, τους μάρτυρες, τους αποστόλους, και κυρίως από τον Κυριο ημων Ιησου Χριστό, αλλα επίσης και το κακό που υπάρχει στον κόσμο από του Αδάμ μέχρη σήμερα. Όλα είναι μέσα μας, και τα ένστικτα και τα πάντα, και ζητούν ικανοποίηση. Αν δεν τα ικανοποιήσουμε, κάποτε θα μας εκδικηθούν, εκτός και τα διοχετεύσουμε αλλού, στο ανώτερο, στον Θεό» [1]

Αυτή όμως η πραγματικότητα μας, όσο αληθινή κι αν είναι δεν σημαίνει ότι είμαστε δέσμιοι της. Ίσως να μην είμαστε σε απόλυτο βαθμό ελεύθεροι, για αυτό και ο Άγιος Ιωάννης της Κλίμακος θα πει «χαράς στον άνθρωπο εκείνον που είχε όμορφα παιδικά χρόνια……… και σε εκείνον που είχε όσο το δυνατόν λιγότερες προλήψεις».

Ίσως να μην μπορεί το μαύρο να γίνει κατάλευκο αλλά σίγουρα μπορεί να αποκτήσει φοβερές διαφορετικές πινελιές, ενδιαφέρουσες αποχρώσεις του γκρι και άσπρου. Αυτό είναι βέβαιο. Είναι ένα καθημερινό αποδεικνυόμενο μάθημα και άσκηση ζωής, με μεγάλη επιτυχία.

Ο άνθρωπος επηρεάζει κατά πολύ την πραγματικότητα του. Με τις σκέψεις του, με τις υποσυνείδητες διαδρομές του, με τους αυτοματισμούς του, με τις συνήθειες του. Έλκει και έλκεται από πρόσωπα, πράγματα και γεγονότα. Δίνει και παίρνει καθημερινά πληροφορίες. Που έχουν ποικίλες ποιότητες.

Μέσα σε αυτή την πραγματικότητα, μπορεί να αλλάξει την ζωή του, την πραγματικότητα του αλλάζοντας την προοπτική, τον τρόπο που βλέπει τα πράγματα.

Πρώτα επιλέγοντας τι θέλει. Την δυστυχία ή την ευτυχία; Την μουρμούρα ή την δοξολογία; Την εστίαση στα ευχάριστα και καθόλου αυτονόητα ή το ζουμάρισμα στα δυσάρεστα που κάθε άνθρωπος μέσα στην ζωή του θα συναντήσει και θα βιώσει. Μην βιαστείτε να απαντήσετε. Τα πράγματα δεν είναι καθόλου απλά και αυτονόητα. Ο Χριστός όποτε ήθελε να βοηθήσει ένα άνθρωπο να γίνει καλά, πρώτα τον ρωτούσε εάν θέλει. Δεν είναι αυτονόητο ότι όλοι θέλουν να γίνουν καλά. Ούτε όλοι είναι έτοιμοι. Γιατί η θεραπεία θέλει και αλλαγές στην ζωή μας και αυτό πολλές φορές έχει μεγάλο προσωπικό κόστος. Αυτό είναι μια επιλογή. Που και όταν ακόμη δεν γίνεται πάλι είναι επιλογή, κατά την οποία ο άνθρωπος διαλέγει την βεβαιότητα και την ασφάλεια της συνήθειας του και ας είναι μαύρη και άχαρη.

Πολύ άνθρωποι, φοβούνται τις αλλαγές. Το ρίσκο της ζωής. Την ίδια την ζωή και έτσι φυλακίζονται μέσα στην πραγματικότητα που έχουν συνηθίσει και γνωρίζουν και ας είναι κόλαση. Δεν θέλουν να μπουν σε μια διαδρομή εξέλιξης που οδηγεί στον παράδεισο. Οι αλλαγές στην ζωή μας, πολλές φορές δεν έρχονται μόνο και μόνο γιατί μάθαμε, συνηθίσαμε και βολευτήκαμε μέσα στην κλαψούρα, την θυματοποίηση, και την αυτολύπηση, αφού με αυτό τον τρόπο προγραμματίσαμε τον εαυτό μας να ζει.

Ίσως όχι σε απόλυτο βαθμό, αλλά σίγουρα σε σημαντικό, μπορούμε να αλλάξουμε τον τρόπο που βλέπουμε την ζωή. Να αρχίσουμε να κατανοούμε την σημασία και την χρησιμότητα όλων των πραγμάτων στην ζωή μας. Όλων των καταστάσεων στην πορεία της εξέλιξης μας. Π.χ οι πόνοι που μπορεί να νιώθει ένας αθλητής ή κάποιος που γυμνάζεται στην μέση του ή στον μυϊκό του σκελετό είναι ανυπόφοροι και φρικτοί μέχρι δακρύων. Σας το λέω γιατί υπήρξα αθλητής και ξέρω. Ωστόσο δεν παραπονείται και τους αποδέχεται με μια γόνιμη χαρά γιατί ξέρει ότι αυτό θα του δώσει φυσική κατάσταση ώστε να αγωνίζεται σε ανώτερα επίπεδα. Έτσι η ερμηνεία που κάνει τον οδηγεί να εστιάσει στην χαρά και την αποδοχή του γεγονότος του πόνου ευχαριστιακά. Οι ίδιοι τώρα πόνοι για ένα δημόσιο υπάλληλο που κάθεται όλη μέρα σε μια καρέκλα «καταναγκαστικών έργων» ή απλά μια κακή κίνηση μέσα στην καθημερινότητα μας, μια κακότυχη στιγμή στην ζωή ενός ανθρώπου, είναι απελπιστικοί. Και τον αναγκάζουν να ζουμάρει αρνητικά πάνω τους, όχι ευχαριστιακά. Αλλά αντιθέτως με οργή και μη αποδοχή. Με αυτό το παράδειγμα θέλω να πω, ότι έχει μεγάλη σημασία κάτι που κάνουμε, πράττουμε και επιθυμούμε τι σημασία και αξία έχει για εμάς. Τότε αναλόγως και θα εστιάσουμε πάνω του την προσοχή μας, θετικά ή αρνητικά, τότε θα το ερμηνεύσουμε μέσα μας και θα το αντιμετωπίσουμε αναλόγως.

Έτσι κατανοούμε ότι έχουμε μεγάλη επίδραση πάνω στην πραγματικότητα της ζωής μας. Και ότι η ζωή μας εάν το θελήσουμε μπορεί να αλλάξει. Όχι φαντασμαγορικά και χολυγουντιανά. Αλλά μέσα από καθημερινές ασκήσεις και πρακτικές, μέσα από εκγύμναση του λογισμού μας, των σκέψεων μας αλλά και του σώματος μας, προς την πραγματικότητα του τώρα της ζωής, μέσα από την εστίαση στις καθημερινές ευλογίες που μας δίνει ο Θεός και η ίδια η ζωή. Για όλους εκείνους που έχουμε μάθει διαφορετικά από μικρά παιδιά, ξέρω ότι δεν είναι εύκολο. Θα χρειαστεί να παλέψουμε. Ίσως θέλουμε και τον χρόνο μας, αλλά πιστέψτε με αξίζει, γιατί η ζωή είναι δώρο και πρέπει να το αναφέρουμε στο Θεό ευχαριστιακά.


π. Λίβυος


[1] Γέροντας Πορφύριος

7 Σεπ 2009

Συμβάσεις ορίων


Αχ ψεύτη κι άδικε ντουνιά
π’ άναψες τον καημό μου
είσαι μικρός και δεν χωράς
τον αναστεναγμό μου.


Η ζωή είναι πόνος. Είναι μια συνεχής σύμβαση ορίων και κανόνων. Σαν να σε έχουν καθημερινά με ένα χαρτί και ένα στυλό στο χέρι να υπογράφεις συμβάσεις αορίστου χρόνου για μια ζωή που δεν θα ήθελες να ζήσεις αλλά είσαι υποχρεωμένος να δεχθείς.

Είναι δύσκολη η ζωή. Είναι μαρτυρία και μαρτύριο της ύπαρξης για πολλούς και διαφορετικούς λόγους. Η ρευστότητα της, το συνεχές μεταβλητό, το ακαθόριστο και απροσδιόριστο, η αγνωσία και μυστηριακή διάσταση της, και κυρίως για μένα προσωπικά αλλά και για πολύ κόσμο, αυτά τα όρια της. Τα δεσμά της ζωής. Τα υπαρξιακά και οντολογικά συρματοπλέγματα της, τα οποία άμα δε σε μάθουν ή δε μάθεις ή δεν θελήσεις να μάθεις από μικρό παιδί να αποδέχεσαι και να διαβάζεις στο αναγνωστικό και την αλφαβήτα της προσωπικής σου ματιάς στο κόσμο, την πάτησες. Θα υποφέρεις πάρα μα πάρα πολύ, γιατί ζωή σημαίνει όρια. Δεν θα μπορείς να αυτοπροσδιοριστείς μέσα στο χώρο και τον χρόνο, στα πράγματα και τα πρόσωπα. Η ψυχή σου θα επιθυμεί, το ονειρικό σου –εγώ- θα ζητά, το φαντασιακό σου τοπίο θα φτιάχνει κήπους της Εδέμ, αλλά η πραγματικότητα της ζωής θα σου λέει, εδώ είσαι φίλε, προσγειώσου, πάτα πλανήτη γη με όρια, συμβάσεις, προκαθορισμένες πριν από σένα και μετά από σένα, στο παιγνίδι που λέγεται ζωή.

Η ζωή…. ή με σοφία που δεν μπορούμε να κατανοήσουμε και να εισπράξουμε στο γνωσιακό και νοησιαρχικό μας κόσμο είναι φτιαγμένη ή κάποιο λάθος υπάρχει που την καταντά μαρτύριο. Διότι εδώ που τα λέμε εάν όλα αυτά που συμβαίνουν δεν έχουν μια βαθύτερη σοφία που δεν μπορούμε να κατανοήσουμε, τότε η πραγματικότητα μέσα στην οποία ζούμε και χωρίς νόημα είναι και βάρβαρη συγχρόνως καταντά.

Τα όρια μπορεί να είναι απαραίτητα για την λειτουργία της φύσης, οι κοινωνικές συμβάσεις και συμφωνίες επίσης για να μπορεί να λειτουργεί μια κοινωνία ομαλά, αλλά αυτά δεν μειώνουν το γεγονός ότι ο άνθρωπος αληθεύοντας ζητά πάντοτε να τις σπάσει. Διψά να τις ξεπεράσει. Να περάσει πέρα από αυτές. Και ενώ γνωρίζει ότι σε πολλά θέματα αυτο είναι αδύνατον, παρά ταύτα, δεν σταματά, να επαναστατεί, να ερωτεύεται, να αγιάζει.
Πόθος για την λευτεριά, αίσθηση αθανασίας, δυναμική της ζωής, όπως και να το ονομάσει κανείς, σημασία έχει ότι ο ντουνιάς αυτός είναι μικρός και δεν χωρά τους αναστεναγμούς μας.



π. Λίβυος


2 Σεπ 2009

Το τσίμπημα της σφίγγας

Θα ήταν περίπου γύρω στις 8:30 μ.μ όταν τελειώνοντας ο εσπερινός ένας φίλος κληρικός μου ζήτησε να τον μεταφέρω με το αμάξι μου, σε ένα κοντινό χωριό όπου θα έβρισκε συγγενείς του.

Σαφέστατα και έπραξα το αυτονόητο, δηλαδή να εξυπηρετήσω τον αδελφό. Στο δρόμο μέχρι να φτάσουμε στον προορισμό μας, μιλούσαμε και γελούσαμε ταυτοχρόνως. Κουβεντιάζαμε και δίναμε ρυθμό στην ρουτίνα της ζωής. Δηλαδή όλα έμοιαζαν όμορφα. Ώσπου κάποια στιγμή το απρόοπτο, ρευστό και συνεχές μεταβλητό της ζωής φάνηκε για ακόμη μια φορά μπροστά μας. Και θύμα του αυτή την φορά είχε εμένα.

Καθώς οδηγούσα και έχοντας το αριστερό χέρι μου στο τζάμι του αμαξιού, αισθάνθηκα κάποια στιγμή ένα έντονο γαργαλητό. Σαν κάτι να περπατούσε με ελαφρά αλλά επικίνδυνα βήματα πάνω στο χέρι μου. Δεν άργησα να καταλάβω ότι πρόκειται για μια σφίγγα. Έτσι αστραπιαία σκεπτόμενος τους πόνους που είχα τραβήξει από το τελευταίο της «φιλί» της στο πρόσωπο μου πριν από μερικούς μήνες, με μια γρήγορη κίνηση την έπιασα καθώς εκείνη όδευε προς το λαιμό μου. Την κρατούσα πλέον γερά στα δάκτυλα μου και έμενε μονάχα μια απλή όχι ιδιαίτερα ισχυρή κίνηση για να την συνθλίψω και να γλιτώσω την τσιμπιά. Την ώρα όμως που την είχα στο χέρι και σκεπτόμουν το τελικό χτύπημα, άλλαξα συχνότητα και μπήκα στο χώρο του ενοχικού φαντασιακού. Δηλαδή στην εικονική πραγματικότητα που θέλουμε να πλάθουμε γύρω μας, αλλά κυρίως μέσα μας, υπερασπιζόμενοι με την μια ή άλλη θεωρία την άρνηση να αποδεχτούμε τον κόσμο που μας περιβάλει τόσο μέσα μας όσο και έξω από εμάς, αν και αυτά τα δύο δεν είναι και τόσο διαφορετικά.

Ετσι αστραπιαία διχάστηκα, η θεωρία μου έλεγε ότι δεν πρέπει να αφαιρώ με κανένα τρόπο μια ζωή, έστω και της μικρούλας χαριτωμένης σφίγγας, από την άλλη όμως η πραγματικότητα με καλούσε να αποφασίσω και να πράξω μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα, διαφορετικά το τσίμπημα δε θα το γλίτωνα. Πήρα την απόφαση να αποδεχθώ για ακόμη μια φορά την θεωρία, την ιδεολογία, αντί της πραγματικότητας της ζωής. Έτσι την άφησα από τα δάκτυλα μου, σταμάτησα το αμάξι στην άκρη του δρόμου, έλυσα το ζωστικό, έβγαλα το μανίκι μου και έδωσα την δυνατότητα στην σφίγγα να ζήσει, φεύγοντας για αλλού.

Μπήκα ξανά στο αμάξι και συνέχισα την πορεία μου μαζί με τον φίλο κληρικό. Αλλά χωρίς να έχω κάνει ουσιαστικά 50 μέτρα παρακάτω, αισθάνθηκα ένα αστραπιαίο και ισχυρό τσίμπημα στο μπράτσο του χεριού μου. Μαράθηκα από τον πόνο, κόπηκε η αναπνοή μου. Η φύση είχε λειτουργήσει, οι νόμοι της, άκαμπτοι και «ανήθικοι» για τα δικά μας μέτρα και σταθμά, για την δική μας ερμηνεία, είχαν παράγει την νομοτέλεια τους.

Τόσο εγώ όσο και ο συνοδηγός μου, φίλος κληρικός, σκεφτήκαμε ότι ίσως να ήμουν αλλεργικός. Αυτό λίγο με πανικόβαλε, αλλά κάτι μου έλεγε ότι δεν θα ίσχυε, και έτσι έγινε.

Ωστόσο δεν ξεμπέρδεψα έτσι εύκολα, αφού, οι πόνοι όλο το βράδυ ήταν φοβεροί, και το άλλο πρωί, το χέρι μου, γύρω από την περιοχή του τσιμπήματος, έκαιγε φοβερά και είχε πρηστεί με τάση το οίδημα να πηγαίνει προς του λεμφαδένες.

Πήγαν ως ήταν φυσικό στη γιατρό η οποία έντρομη μου είπε ότι θα έπρεπε να πάρω αντιβίωση διότι πλέον κινδύνευα από λεμφαδενίτιδα.

Και όλα αυτά γιατί; Μα γιατί για ακόμη μια φορά διάλεξα τον δρόμο του φαντασιακού ιδεαλισμού, της εικονικής πραγματικότητας, που χρόνια πλάθουν ένα κόσμο και έναν άνθρωπο που στην πραγματικότητα εκτός ελαχίστων ξεχωριστών -γι αυτό και τόσο γνωστών- προσωπικοτήτων δεν υπάρχει για την συντριπτική πλειοψηφία του πλανήτη μας.

Ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα του ανθρώπου ή μάλλον καλύτερα όλων εκείνων που αντιμετωπίζουν σοβαρά ψυχολογικά και άλλα νευρωτικά μπερδέματα, είναι η υποσυνείδητη ισχυρή άρνηση τους, να αποδεχτούν την σκληρότητα και την «άλογη ηθική» του κόσμου αυτού, της φύσης. Ο Χρήστος Γιανναράς σε μια πρόσφατη μελέτη του για την παρουσία του Κακού στο κόσμο, έγραψε μια φοβερή αλήθεια «ότι όπως όλα δείχνουν, η φύση δεν έχει ηθική. Διότι δεν διακρίνει ποιότητες, αλλά τυφλά καταργεί και «εκμηδενίζει» τα πάντα τουλάχιστον από αυτή την μορφή ζωής και πραγματικότητας που βιώνουμε σε αυτό τον κόσμο. Ένας σεισμός θα σκοτώσει χιλιάδες κόσμου χωρίς καμία διάκριση. Νέοι, παιδάκια, γέροι, πλούσιοι, φτωχοί, ταλαιπωρημένοι, λιγότερο ταλαιπωρημένοι, ταλαντούχοι, ατάλαντοι, παραγωγικοί και δημιουργικοί ή μη δημιουργικοί άνθρωποι, όλοι στην δίνη της φύσης που καταπίνει».

Είναι σαφέστατα και το ξέρω και το αντιλαμβάνομαι να δεχτούμε τον κόσμο αυτό όπως είναι, όπως υπάρχει. Είναι σκληρός. Συνεχώς μεταβαλλόμενος και ρευστός. Το γέλιο της χαράς μέσα σε κλάσματα δευτερολέπτου μπορεί να μετατραπεί σε οδύνη, δάκρυ, αβάσταχτο πόνο.

Επίσης γνωρίζω καλά, ότι υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι τόσο εκ φύσεως, όσο και λόγο μορφών και τρόπων που μεγάλωσαν, μπορούν να αντέχουν και να παλεύουν αυτή την αντιφατικότητα του κόσμου. Υπάρχουν όμως και εκατομμύρια άλλοι συνάνθρωποι μας και μέσα σε αυτούς και εγώ, όπου η εικόνα ενός αφιλόξενου κόσμου που μυρίζει θάνατο και φθορά, όρια και σύνορα υπαρξιακά, τους απογοητεύει, τους πληγώνει, τους αναγκάζει να κάνουν φυγές στο φαντασιακό.

Τότε η ζωή μετατρέπεται σε ιδεολόγημα και οι άνθρωποι απλώς πειθαρχούν στην κληρονομιά της ζωής, που στο 90% δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια συνεχής σύμβαση.


π. Λίβυος