26 Φεβ 2014

Θες αλήθεια να Τον συναντήσεις;




  παπα-Λίβυος 

Πολλές φορές στα χείλη μας σαρκώνεται ένα έντονο παράπονο για την απουσία του Θεού από την ζωή μας.
-Μα που είναι ο Θεός; Γιατί δεν μας ακούει;
Ενώ το ερώτημα αυτό είναι λογικοφανές και στηρίζετε πάνω στην οδύνη του ανθρώπου, τα πάθη και τους καημούς του, δεν είναι πάντοτε και για όλες τις περιπτώσεις απόλυτα αληθινό.
Δηλαδή διερωτώμαι και πρώτα για τον εαυτό μου, είναι σίγουρο ότι το γλωσσικό αίτημα μας, είναι και καρδιακό; Ότι η αρθρωμένη και πολλές φορές νάρκισση επιθυμία μας είναι και πραγματική ανάγκη μας, που της δίνουμε πρωτεύοντα λόγο;
Λέμε ¨που είναι ο Θεός¨, είμαστε σίγουροι ότι θέλουμε πραγματικά να το συναντήσουμε; Γιατί η οποιαδήποτε συνάντηση έχει μέσα ένα κόστος. Είμαστε διατεθειμένοι να το αναλάβουμε; Θέλουμε ειλικρινά να σχετιστούμε με τον Θεό; Γιατί η πίστη ή η συνάντηση με τον Θεό είναι σχέση με ένα πρόσωπο, που ρεαλιστικά σημαίνει, κόστος, ρίσκο, ηρεμία αλλά και ένταση, στιγμές παρουσίας και στιγμές απουσίας, ανάταση αλλά και πτώση, χαρά και θλίψη, έρωτας και «μίσος» μα και οτιδήποτε άλλο συνεπάγεται μια ουσιαστική σχέση.
Μήπως τελικά δεν είμαστε διατεθειμένοι να δούμε την παρουσία του Θεού  στην ζωή μας γιατί αυτό θα μας δέσμευε ή θα μας έβαζε μπροστά σε σημαντικά υπαρξιακά διλλήματα και αποφάσεις; Άραγε θέλουμε να αναλάβουμε τις ευθύνες που δημιουργεί αυτή η συνάντηση μαζί Του; Είμαστε έτοιμοι να αφήσουμε συνήθεις παγιωμένες και αυτοκαταστροφικές νοοτροπίες ; Θέσεις και ρόλους μέσα από τους οποίους έχουμε παιδιόθεν εκπαιδευτεί να επιβιώνουμε. π.χ το παιγνίδι του «ισχυρού» που απειλεί και τρομοκρατεί τους άλλους για να παίρνει δύναμη επιβολής και να έρθουμε στην ταπείνωση του Χριστού; Μπορούμε να εγκαταλείψουμε τον ρόλο π.χ. του «θύματος» μέσα από το οποίο κερδίζουμε συμπάθειες και βλέμματα; Να αφήσουμε ίσως την θέση του «παιδιού» και να ενηλικιωθούμε, άρα να αναλάβουμε τις ευθύνες της ζωής μας εγκαταλείποντας την θέση του προστατευόμενου που οι πάντες τον υπηρετούν και τον προσέχουν;
Ίσως λοιπόν σε βαθύτερο επίπεδο πέραν των λεκτικών κορόνων και των συναισθηματισμών να μην είμαστε έτοιμοι για μια τέτοια συνάντηση. Το χειρότερο; τελικά στην πραγματικότητα να επιζητούμε την συνάντηση με ένα Θεό κατά εικόνα και καθ ομοιωσιν μας που θα ικανοποιεί απόλυτα τις αυτοκαταστροφικές και εγωτικές μας ψευδοανάγκες, μα όχι τον Θεό Πατέρα που μας αποκάλυψε ο Χριστός.
 Το λέω αυτό, γιατί πολλές φορές δεν είμαστε έτοιμοι και ειλικρινείς για αυτή την συνάντηση για αυτή την ουσιαστική σχέση. Και τότε ενεργοποιούνται άμυνες που δεν μας αφήνουν ούτε να δούμε μα ούτε και να ακούσουμε την λεπτή σαν αύρα φωνή του Θεού.

24 Φεβ 2014

Μαθητές του Χριστού..




 του Σταύρου Ζουμπουλάκη

Σε εκείνα τα εφηβικά και πρώτα νεανικά μου χρόνια,(σε σχέση με την σοβαρή ασθένεια της αδελφής του) και μέσα από την εμπειρία αυτή διαμορφώθηκε οριστικά και ο χριστιανισμός μου. Πολύ απλά: ας πας σε όσες ακολουθίες θέλεις, ας λιώσεις στην νηστεία, ας μάθεις απέξω όλη την βίβλο, αν δεν κάνεις πράξη το Επείνασα γάρ, και εδώκατέ μοι φαγείν, εδίψησα, και εποτίσατέ με, ξένος ήμην, και συνηγάγετέ ... ησθένησα, και επεσκέψασθέ με, εν φυλακή ήμην, και ήλθετε προς με… είσαι κύμβαλό που αλαλάζει.
Όποιος αναζητάει το ίχνος του Θεού σε αυτόν τον κόσμο, δεν θα το βρει παρά μόνο στο πρόσωπο των αρρώστων, των πεινασμένων, των φυλακισμένων, των ξένων. Αν δεν ακούει την κραυγή των πενήτων, την κραυγή της απελπισίας τους και της οργής τους, δεν έχει ακούσει ούτε τον Λόγο του Θεού.
Στο πρόσωπο τους μόνο θα δει Θεού πρόσωπο. Οι δογματικές συζητήσεις μου φαίνονται τόσο ενδιαφέρουσες όσο και οι ταξινομήσεις της εντομολογίας. Το πρόσωπο του Χριστού χάνεται μέσα στους δαιδάλους των δογματικών διακρίσεων περί ουσίας και υποστάσεως και αντιδόσεως και των ιδιωμάτων.
Όποιος έχει αγόγγυστα σκατοσκουπίσει άρρωστο είναι μείζων όλων των τιτάνων της θεολογίας.
Γνώρισα στην ζωή  μου σπουδαίους ανθρώπους, συγγραφείς, φιλοσόφους, επιστήμονες, ορισμένοι- οι λιγότεροι- μου έγιναν συμπαθείς, περνάει καλά στην συντροφιά τους. Ξέρω να αξιολογώ τα έργα τους και να τα τιμώ όταν αξίζουν, η ηθική όμως εκτίμηση μου πηγαίνει μόνο, αποκλειστικά και μόνο, σε όσους στάθηκαν δίπλα σε βαριά και ανίατα αρρώστους και τους φρόντισαν δίχως γογγυσμό, με αγάπη και αφοσίωση. Μόνο αυτούς θεωρώ μαθητές του Χριστού.

Πηγή: βιβλίο του Ζουμπουλάκη, «Η αδελφή μου». 
 

21 Φεβ 2014

Στα πεζοδρόμια συνάντησα τον Χριστό.....

                                                                                 
      παπα- Φιλόθεος Φάρος
    
         Την ορθόδοξη παράδοση, λοιπόν, από την οποία αντλούσα τις θεραπευτικές δυνατότητες μου, δεν την γνώρισα στις αίθουσες της θεολογικής σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, όπου άκουσα μόνο διανοητικούς ορισμούς για την αγάπη, την ταπεινοφροσύνη, την κοινωνία, και όπου βίωνα την πιο ψυχρή αδιαφορία του ανθρώπου για τον άνθρωπο, την υποκρισία της εξωτερικής ευπρέπειας και ευσέβειας και την ιδιοτέλεια των ανθρώπων που ασχολούντο ακόμη  και με την θεολογία για να έχουν την θέση που θα τους εξασφάλιζε μια άνετη ζωή, στην οποία και μόνο έδειχναν να πιστεύουν παρά τις λεκτικές θεολογικές κορώνες.
Την ορθόδοξη παράδοση από την οποία αντλούσα τις θεραπευτικές μου δυνατότητες, την είχα βιώσει με τις πόρνες και τους χασικλήδες της Τρούμπας στον Πειραιά, όπου το κουρείο του πατέρα μου στο οποίο εκείνος με πήρε να δουλέψω όταν ήμουν έντεκα χρόνων, όχι για λόγους οικονομικούς, αλλά γιατί πίστευε ότι εκεί θα αποκτούσα πολύτιμες γνώσεις για την ζωή. Οι πόρνες και οι χασικλήδες της Τρούμπας δεν εστηρίζοντο στην δική τους δικαιοσύνη, όπως οι καθώς πρέπει ευσεβείς, και γι αυτό όχι μόνο δεν είχαν έπαρση αλλά είχαν μια αυθόρμητη ταπεινοσύνη.
Δεν έκαναν καμία προσπάθεια να αποκρύψουν την κατάντια τους. Δεν κάλυπταν την παλιανθρωπιά τους, με μάσκα υποκριτικής ευπρέπειας. Δεν έκρυβαν την οργή τους με ανατριχιαστικά ευγενικά χαμόγελα, και είχαν μια γνήσια πίστη στη δύναμη και στην αγάπη του Θεού, γιατί αν και ομολογούσαν την κατάντια τους, δεν σταματούσαν να ζητούν και να ελπίζουν χωρίς μεγαλορρημοσύνες στο έλεος του. Αλλά πάνω από όλα αυτοί οι μεγάλοι αμαρτωλοί βίωναν και ακτινοβολούσαν την πιο καίρια χριστιανική αρετή, που είναι η χωρίς όρους και προϋποθέσεις του άλλου, οποιοδήποτε κι αν είναι η κατάντια του, που είναι, όπως λέει ο Χρυσόστομος, το κατ’ εξοχήν θεϊκό γνώρισμα. « Γίνεσθε ουν οικτίρμονες» λέει ο Χριστός, «καθώς και ο πατήρ ημών οικτίρμων εστί»(Λουκ. 6.36). Μόνο οι πόρνες και οι χασικλήδες μπορούν να αποδέχονται τους άλλους ανεπιφύλακτα γιατί έχουν πλήρη επίγνωση της δικής τους κατάντια και όχι εκείνοι που είναι βέβαιοι για την αρετή τους. Γι αυτό και ο Χριστός απευθυνόμενος σε αυτούς τους τελευταίος διακήρυσσε: «οι τελώναι και αι πόρναι προάγουσιν υμας εις την βασιλεία του Θεου»(Ματθ. 21.31).
Αλλά την ορθόδοξη παράδοση από την οποία αντλούσα τις θεραπευτικές μου δυνατότητες την είχα γνωρίσει και από όλους αυτούς τους απλούς ανθρώπους που την ζούσα όχι μόνο χωρίς να κάνουν κηρύγματα, αλλά χωρίς να το συνειδητοποιούν και αυτοί οι ίδιοι, όπως εκείνος ο υποδηματοποιός, τον οποίο υπέδειξε στον Μ. Αντώνιο ο Θεός, όταν εκείνος τον ρώτησε εάν υπήρχε μεγαλύτερος Άγιος από αυτόν. Πρόκειται για εκείνους τους απλούς ανθρώπους από τους οποίος γνώρισαν ο Ντοστογέφσκυ και ο Παπαδιαμάντης την Ορθοδοξία και οι οποίοι την ακτινοβολούν με τις απλές στιγμές και κινήσεις της καθημερινής ζωής σε αντίθεση με τους διανοούμενους που, τουλάχιστον στον έργο του Ντοστογέφσκυ, είναι φορείς είναι της αλλοτριώσεως και της παρακμής. Αυτοί οι απλοί άνθρωποι είναι οι πραγματικοί άγιοι, γιατί εκτός του ότι βιώνουν ουσιαστικά το πνεύμα του Χριστού, παραμένουν άγνωστοι, και δεν αποκομίζουν τιμές και δόξες από τους ανθρώπους. Η απουσία τέτοιων πραγματικών αγίων, είναι η πιο κρίσιμη έλλειψη της σύγχρονης ζωής. Εγώ προσωπικά ένα μόνο άγιο γνωρίζω. Είναι ένας αγράμματος ξυλουργός. Ένας φτωχός οικογενειάρχης. Ένας ακαταπόνητος δουλευτής. Πρόθυμος να κάνει ότι του ζητήσεις. Που τον κάνεις ότι θέλεις και δεν διαμαρτύρεται ποτέ. Που χρεώνει για την θαυμάσια δουλειά  του μόνο του μεροκάματο του. Που δεν καυχάται για τίποτε. Που δεν διαμαρτύρεται και δεν παραπονιέται για τίποτε, όχι γιατί είναι ανόητος αλλά γιατί είναι πραγματικά άγιος. Αλλά γι αυτή την πραγματική αγιότητα δεν έχει μάτια ο σύγχρονος άνθρωπος και αναζητεί αγιότητα στις κακόγουστες παραστάσεις, στα μεγάλα λόγια, στην επίδειξη, στην λάμψη, στα πυροτεχνήματα και στα είδωλα.


 Πηγή: π. Φιλόθεος Φάρος- Η αλλοίωση του Χριστιανικού Ήθους

                                                                                               

   

12 Φεβ 2014

Όσο μπορούμε και αντέχουμε….




 παπα-Λίβυος 

Συνήθως οι άνθρωποι έχουν όμορφες και καταπληκτικές ιδέες, σχέδια υψηλά, εμπνεύσεις φανταστικές και θεωρίες άριστες. Παρά ταύτα όμως, ενώ σκέφτονται υπέροχα πράγματα, αδυνατούν να τα πραγματοποιήσουν. Γιατί ; γιατί ο άνθρωπος είναι κακός και «δεν θέλει;»
Είναι σίγουρο ότι το «θέλω» του κάθε ανθρώπου είναι απολύτως ελεύθερο; Ότι ενεργεί σε απόλυτο βαθμό δίχως δεσμεύσεις και προγραμματισμούς του παρελθόντος, της αγωγής, του πολιτισμού των πληγών και τραυμάτων του;

Οι άνθρωποι δεν κάνουμε πάντα αυτό που σκεφτόμαστε ή ονειρευόμαστε ή ποθούμε ιδεατά, αλλά εκείνο που αντέχουμε, που μπορούμε σε κάθε φάση της ζωής μας. Εκείνο που οι ψυχικές και σωματικές μας καταστάσεις μας επιτρέπουν.

Μη με ρωτήσεις «και τι μπορούμε;» «Και πως θα ξέρουμε τι μπορούμε;» Από την στιγμή που ρωτάς δεν υπάρχει απάντηση, γιατί η ερώτηση σου είναι νους και το πιο πιθανόν άμυνα για να μην κάνεις τίποτα. Ξέρεις, ο νους, όταν νιώθει ότι έρχεται μια αλλαγή, κάνει τα πάντα για να μην πραγματοποιηθεί.

Όταν ζεις δεν ρωτάς, απλά ζεις και κινείσαι στην ροή της πρόνοιας του Θεού κι αυτή η εμπειρική σου επαφή με την ζωή και τον Χριστό μας, σου φέρνει τις απαντήσεις. Εσύ δεν καλείσαι να ρωτήσεις, αλλά να ζήσεις. Ας αφήσουμε και λίγο χώρο στο Θεό να ενεργήσει μέσα μας, μέσα από την εμπειρία της ζωής και όχι μονομερώς από την σκέψη. Η ζωή δεν είναι ένα πρόβλημα να το λύσουμε, αλλά μια εμπειρία που πρέπει να ζήσουμε.

Ας μάθουμε λοιπόν να ζούμε μέσα στην αποδοχή του εαυτού μας και του άλλου, μέσα στην ταπείνωση εκείνου που αντέχουμε και μπορούμε και όχι εκείνου φανταζόμαστε. Να αποδεχόμαστε τον άλλο όχι έτσι που εμείς θα θέλαμε να είναι ή ονειρευόμαστε ότι είναι, αλλά όπως είναι.

Και ας μην ξεχνάμε, ότι μέσα μας υπάρχει μια μη αξιαγάπητη πλευρά που ζητά επίμονα να αγαπηθεί. Όσο αυτό δεν γίνεται διαμαρτύρεται μέσα από αντιφάσεις και περιπλοκές στην ζωή μας.
Μέσα μας υπάρχει ένα θηρίο που ουρλιάζει από πείνα. Πεινάνε οι βαθιές ανάγκες του. Σταμάτα να το ταΐζεις τροφές που δεν γεμίζουν την πείνα του. Δώστου την ανώτερη Τροφή, δώσε Χριστό στην πείνα σου!!!