29 Ιαν 2010

Αναγνώσματα α'

Μου το έστειλε καλός φίλος και αδελφός από το Άγιον Όρος και το δημοσιεύω όπως μου ήρθε, δηλαδή το απόσπασμα από το βιβλίο της Μάρως Βαμβουνάκη " Χορός Μεταμφιεσμένων " που διάλεξε εκείνος.

Η απώλεια εκείνων που συνηθίσαμε είναι πάντοτε πολύ βαριά. Στην τραγωδία Φιλοκτήτης του Σοφοκλή ο ταλανισμένος ήρωας, όταν διασώζεται και φεύγει με καράβι, στρέφεται και θρηνεί αποχαιρετώντας τη φριχτή σπηλιά του μαρτυρίου του.
Γι’ αυτό υπάρχουν άνθρωποι που προτιμούν να παραμένουν κολλημένοι στα γνωστά μισητά τους παρά να βάλουν πλώρη για ευχάριστες αλλαγές που, ως απειλητικά άγνωστες, τους απωθούν. Η αδράνεια του να βουλιάζουν παραμένοντας σε ζωή-βάλτο, που όμως συνήθισαν, είναι ένας από τους πιο κοινούς λόγους που οι άνθρωποι είναι δυστυχισμένοι. Η αδράνεια για κάποιους Άγιους Πατέρες, είναι, είπαμε, μια από τις δαιμονικές προκλητικές καταστάσεις που καλούνται να πολεμήσουν οι άνθρωποι. Σε αυτές τις νωθρές καταστάσεις ως βασανιστική ηδονή αναδύεται η γκρίνια· η κατηγόρια για όλα τα άλλα, για τις συνθήκες, τη μοίρα, τον σκληρό Θεό, την ανυπαρξία Θεού, ποτέ για τον δικό μας προβληματικό τρόπο. Τούτη άλλωστε είναι και η κύρια αιτία της ακινησίας μας μέσα στον δυσώδη βάλτο όπου ζούμε, που καταριόμαστε, αλλά αρνούμαστε, μετακινούμενοι, να εγκαταλείψουμε. Η άρνηση να δούμε το ρόλο μας στη μιζέρια. Η ανάληψη ευθυνών είναι η βασική ιδιότητα της ωριμότητας και η ωριμότητα με την απελευθέρωση πάνε χέρι χέρι. Όταν λέμε ωριμότητα, δεν εννοούμε να βρίσκεται κάποιος μέσα σε ενήλικη εποχή αλλά να βρίσκεται μέσα στην πραγματική του ηλικία, στο πραγματικό στάδιο της ζωής του, στο τώρα. Όταν είναι νήπιο, είναι νήπιο· όταν νέος, νέος· όταν άνδρας, άνδρας· όταν γέροντας, γέροντας. Κάπως έτσι το εκφράζουν και τα Ιερά Κείμενα. Κάπου είχα διαβάσει άλλωστε ότι το ωραίο συμπίπτει με το «είμαι στην ώρα μου»· με το έγκαιρο.
Το ωραίο, όπως και το εύγε, αντίθετα απ’ ό,τι θα περίμενε μια ρηχή λογική, μια επιφανειακή θεραπευτική, αντί να ανακουφίζει πονάει, όταν εμείς μέσα μας δε νιώθουμε ωραία. Δεν είναι σπάνιες οι αυτοκτονίες σε δωμάτια ξενοδοχείων κατά τις διακοπές σ’ ένα μέρος που κατά τεκμήριο είναι πανέμορφο. Η γύρω ωραιότητα μετατρέπεται σε κοφτερό μαχαίρι για την εσωτερική ασχήμια. Η χαμηλή αυτοπεποίθηση σκύβει κι άλλο, ντροπιασμένη και θυμωμένη, όταν βρεθούμε κάπου όπου όλα λειτουργούν με άρση, προς τα πάνω, με δύναμη. Σχεδόν πάντα συγκρίνουμε αυτό που είμαστε, αυτό που έχουμε, με τους άλλους και το περιβάλλον όπου θα βρεθούμε. Η σύγκριση είναι ένα διαρκές βασανιστήριο, γιατί τα κριτήριά μας και οι φιλοδοξίες μας είναι κατά κανόνα εγωιστικά.
Γι’ αυτό η ταπείνωση είναι έτσι χαρούμενη. Ο ταπεινός, όπως και το αθώο παιδάκι, δεν έχει καιρό και διάθεση να ασχολείται συνεχώς με την εικόνα του, το πώς τον κρίνουν οι άλλοι και τα ανακυκλούμενα αρνητικά συναισθήματά του. Γίνεται όλος μάτια και αισθήσεις στη δίψα του να χαίρεται το παρόν και να κατανοεί όσα προσφέρονται. Άρα ζει. Μια προσευχή που αγαπώ πολύ λέει: Θεέ μου, αξίωσέ με να καταλαβαίνω τα συνεχή δώρα που μου στέλνεις. Το Εγώ το αυθεντικό, όχι το κομπλεξικό, το ανακαλύπτεις ως μαργαριτάρι μόνο άμα το εξαφανίσεις. Όμως τούτη η γόνιμη απώλεια είναι δραματικά δυσεπίτευκτη, γιατί δεν μπορείς να χάσεις κάτι που δεν έχεις.
Είναι μεγάλη νίκη να τραβάμε το παραπέτασμα του εαυτούλη μας και να αγναντεύουμε τα έξω τοπία, τον άλλον όπως είναι, όχι σε σύγκριση με εμάς. Να επανερχόμαστε στην παρθένα ματιά, την πρώτη αυγή, κάθε τόσο, όπως οι μεγάλοι δημιουργοί· και όπως ο Ύμνος εις την Κοίμησιν της Θεοτόκου κατά τρόπο συγκλονιστικό και μυστικότατα υπέρλογο ψάλλει: Στη γέννα σου την παρθενία εφύλαξες.

Της Μάρω Βαμβουνάκη - Από το βιβλίο «Χορός Μεταμφιεσμένων»


11 Ιαν 2010

Το έθνος της κλάψας...


Δεν είναι μία και δύο οι φορές που χρειάστηκε τόσο σαν κληρικός όσο και σαν άνθρωπος, συγγενής, φίλος, πολίτης να συμμετάσχω σε μια εξόδιο ακολουθία(κηδεία). Άλλοτε μέσα σε ιδιαίτερα φορτισμένο κλίμα και άλλοτε σε πιο ήσυχο, πιο βουβό. Ωστόσο πάντοτε είτε σιωπηλά είτε εκκωφαντικά, στα μάτια και τα πρόσωπα των ανθρώπων υπάρχει ένα γιατί. Μια απορία. Πολλές φορές φόβος και αγωνία που ξεπερνούσε τον εκάστοτε κεκοιμημένο και μετατρεπόταν σε θρήνο για το δικό τους θάνατο.

Γιατί τις περισσότερες φορές στο φέρετρο του άλλου κλαίμε τον εαυτό μας. Στο θάνατο του άλλου βλέπουμε τον δικό μας. Μοιρολογούμε το λείψανο μας. Στην δική μας κηδεία πρωταγωνιστούμε. Τους φόβους μας προσπαθούμε να ξεμπερδέψουμε, να καταπραΰνουμε και να εξευμενίσουμε. Και ενώ τα δάκρυα κυλούν στο όνομα κάποιου άλλου, στο βάθος αυτός ο κάποιος είμαστε εμείς.

Εκείνος όμως που πάντοτε μου κάνει ιδιαίτερη εντύπωση και μου προξενεί πάρα πολλά ερωτηματικά, πολλές δε φορές και αγανάκτηση είναι οι εκφωνήσεις των επικηδείων και συγκεκριμένα το περιεχόμενο και οι εννοιολογικές αναφορές.

Αρκετοί λαϊκοί(φίλοι και συγγενείς του κεκοιμημένου) , όσο και κληρικοί, επιθυμούν πολλές φορές να εκφωνήσουν κάποιο επικήδειο λόγο. Άλλοτε προς τιμή και μνήμη άλλοτε προς οικοδομή του σώματος της εκκλησίας. Πάντως για μένα πλέον το μόνο βέβαιο, που με σιγουριά περιμένω όταν αρχίζουν οι ομιλίες αυτές, είναι ότι θα ακούσω ένα βαρύ κατηγορώ, μια καταγγελτική επιχειρηματολογία απέναντι στην κακή μοίρα του ανθρώπου, την μαύρη και άραχνη τύχη του και ιδιαίτερα του κεκοιμημένου.

«….Ήθελε η μοίρα σου να σε πάρει….. Η μοίρα σου έπαιξε παιγνίδι….. Η μοίρα σε λάβωσε…. Η μοίρα σε αρρώστησε…. Η μοίρα σε τραυμάτισε…… Η μοίρα… η μοίρα…. Η μοίρα το ένα η μοίρα το άλλο, ώσπου στο τέλος αναρωτιέσαι μα καλά που είναι ο άνθρωπος, η ελευθερία του, η προσωπική του επιλογή και ευθύνη μέσα σε όλα αυτά. Που είναι η ευθύνη της υγείας μας, του βίου και της πολιτείας μας. Καμία προσωπική ευθύνη. Έλλειψη κρίσεως των προσωπικών συνειδητών και ασυνειδήτων επιλογών μας. Είμαστε έρμαια μιας θεάς τύχης, μιας ειμαρμένης, που καθορίζει, προσδιορίζει και διαμορφώνει την ζωή μας.

Κανείς δεν είπε ότι ο άνθρωπος είναι 100% ελεύθερος μέσα σε ένα κόσμο σχετικό, με όρια και περιθώρια, με χώρο, χρόνο, φθορά και θάνατο.

Είμαστε σε ένα ποσοστό αποτέλεσμα πολλών παραγόντων έξω από εμας, όπως τα γονίδια μας, οι οικογενειακές, κοινωνικές και πολιτισμικές καταβολές μας κ.ο.κ Ωστόσο όμως όλα αυτά δεν καταργούν την δυνατότητα ελευθερίας. Μπορεί να μας δίνουν μια πρώτη μαγιά. Μια προίκα ζωής. Αλλά σε καμία περίπτωση δεν μας δεσμεύουν ολοκληρωτικά και ανεπανόρθωτα. Οι δυνατότητες αλλαγών και επιλογών είναι μεγάλες. Ωστόσο φαίνεται αυτή η ελευθερία να μην μας αρέσει. Φαίνεται να προτιμούμε την απόθεση ευθυνών για την ζωή μας, τις επιλογές και τα αποτελέσματα σε μια αόρατη μαγική δύναμη, τύχης, μοίρας που θα αναλάβει αυτή τις ευθύνες της πραγμάτωσης του βίου μας, ειδικά όταν εκείνος θα ναυαγήσει και θα τελειώσει άδοξα ή μακριά από τους δικούς μας προγραμματισμούς.

Σίγουρα υπάρχουν γεγονότα μέσα στην ζωή μας που μας ξεπερνάνε. Που δεν χωράνε στις ερμηνείες μας μήτε στις προβλέψεις και στους προγραμματισμούς μας. Αυτό όμως σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει ότι υπάρχει τύχη ή μοίρα. Το ότι δεν είναι η ζωή μας σε απόλυτο βαθμό ένα ευανάγνωστο βιβλίο, που μπορούμε να διαβάσουμε και να ερμηνεύσουμε κατά μοναδικό μονοσήμαντο και μονοδιάστατο τρόπο, δεν συνεπάγεται την απόδοση ερμηνείας της, σε κάτι έξω του Θεού και του ανθρώπου. Όλα είναι μια θεανθρώπινη συνεργία. Μια βαθύτερη, πολλές φορές πέρα από την δεδομένη αντιληπτικότητα μας πραγματικότητα, όπου Θεός και άνθρωπος, ως απύθμενα βάθη μυστηρίου, συνεργάζονται και συναντιούνται διαμορφώνοντας το επίπεδο και τις μορφές της ζωής. Είναι ανώριμο και παιδαριώδες να εξαντλούμε την ερμηνεία της ζωής μας, στην κακή και μαύρη μας μοίρα ή τύχη, δίχως Θεό, δίχως ανθρώπινη ελευθερία.

Σαφέστατα η Ελλάδα είναι μια χώρα, ένα έθνος που γνώρισε αρκετά βάσανα στην ιστορική του διαδρομή. Πόλεμοι, κοινωνικές και πολιτικές αναταραχές, κακουχίες και γενικότερα κοινωνικά προβλήματα. Γεγονότα που επέφεραν μια θλίψη, έναν διαρκές πόνο και μια οδύνη στην όλη πολιτισμική μας πραγματικότητα και παρουσία. Στις τέχνες και τα γράμματα τούτο είναι εμφανές καθώς και σε όλο τον πολιτισμικό μας βίο.

Όμως ίσως ήρθε η ώρα σαν λαός και έθνος να αποσύρουμε από την πολιτισμική και κοινωνική ζωή μας αυτή την καταθλιπτικότητα. Την μίζερη και αδιέξοδη μοιρολατρία και διαρκής κλαψομουρμούρα για τα δεινά μας.

Δεν μπορεί ένας λαός, μια κοινωνία να προχωρήσει με τόση θλίψη. Με τόση ενοχή. Με μια διαρκής θυματοποίηση. Όπου οι πάντες είναι θύματα ενός αόρατου θύτη. Όπου πάντοτε κάποιος, κάτι άλλο πέρα και πάνω από εμάς φταίει για την κακοδαιμονία της ζωής μας. Δεν προχωράει και δεν εξελίσσεται ο άνθρωπος, ούτε ως πρόσωπο αλλά ούτε και ως κοινωνία, χωρίς την αίσθηση της προσωπικής ευθύνης για την ζωή του, για την κοινωνία μέσα στην οποία ζει.

Μέσα στο Ευαγγέλιο, στην παραβολή του επί 28 χρόνια παραλυτικού, ο Χριστός όταν τον θεραπεύει λέει με έμφαση στο άνθρωπο αυτό, «πρόσεχε γιατί εάν ζήσεις ξανά όπως ζούσες θα πάθεις χειρότερα από αυτά που είχες πάθει……» Κι αυτό δεν είναι απειλή αλλά η ρεαλιστική πραγματικότητα του ανθρώπινου βίου και των επιλογών που κάνουμε καθημερινά.

Το παρόν μας, τόσο σε συλλογικό όσο και σε ατομικό επίπεδο, είναι με πολλούς τρόπους το αποτέλεσμα του παρελθόντος. Και το παρόν είναι επίσης το παρελθόν του μέλλοντος. Αυτό σημαίνει ότι οι τωρινές επιλογές και αντιδράσεις μας κτίζουν τη μελλοντική πραγματικότητά μας.

π.Λίβυος


8 Ιαν 2010

Γεννήθηκε η ευσπλαχνία...

Αυτές τις μέρες μέσα σε μια κάρτα ευχών μου ήρθε αυτό το όμορφο ποίημα το οποίο χωρίς καμία δόση υπερβολής με συγκλόνισε. Ένιωσα την ανάγκη να το μοιραστώ μαζί σας. Και αυτό κάνω. Άλλωστε αυτό το νόημα έχει και το blogging να εκφράζουμε και να κοινωνούμε στο ποσοστό που ο χώρος αυτός μπορεί εισαγωγικά να διακονήσει. Γιατί οι αληθινές σχέσεις είναι σαφέστατα πρόσωπο προς πρόσωπο.
Ευχαριστώ τον blogger
Γ.Καπετανάκης http://e-lithi.blogspot.com/



Εν’ άλλο βράδυ τον άκουσα να κλαίει δίπλα.

Χτύπησα την πόρτα και μπήκα.

Μου ’δειξε πάνω στο κομοδίνο ένα μικρό ξύλινο σταυρό.

«Είδες, μου λέει –γεννήθηκε η ευσπλαχνία.»

Έσκυψα τότε το κεφάλι κι έκλαψα κι εγώ,

γιατί θα περνούσαν αιώνες

και δε θα ’χαμε να πούμε τίποτα ωραιότερο απ’ αυτό.


Τ. Λειβαδίτης