22 Απρ 2009

" Αναστάσιμες" Κοινότητες.

Αυτές τις μέρες δεν γράφω. Δε προλαβαίνω. Μονάχα σήμερα μετά από τόσες μέρες ένοιωσα ότι μπορώ να κάτσω μπροστά στο pc και να συνάξω λίγο την σκέψη μου, να πληκτρολογήσω τα συναισθήματα μου, δίχως να με συλλέξει σύντομα και αιφνίδια ο Μορφέας. Τα μάτια μου κλείνουν σύντομα και το κορμί μου κουρασμένο εγκαταλείπει την σκιαγράφηση των λογισμών και των προβληματισμών μου, για να κατακλύσει επί την κλίνη του ύπνου και της ξεκούρασης.

Με αυτή την ράθυμη και οκνηρή ματιά που έχει επιφέρει στην ύπαρξη μου, τόσο η κούραση όλων αυτών των ημερών όσο και η διατροφική αλλαγή, κάθισα να γράψω μερικές σκέψεις γύρω από ένα φαινόμενο, που κάθε χρόνο όλο και μεγεθύνεται. Σαρκώνεται και παίρνει μορφή σε χρόνο και χώρο ως νέα συνήθεια και παρουσία στην ζωή των ανθρώπων.

Όταν ήμουν μικρό παιδί ακόμη, ερχόμασταν από το Ηράκλειο στο χωριό της μητέρας μου, για να εορτάσουμε με τον παππού και την γιαγιά το Πάσχα.
Ο παππούς όλο καμάρι με έπαιρνε από το χέρι και με πήγαινε πάνω κάτω στην αγορά του χωριού. Στα καλντερίμια και στις γειτονιές που μύριζαν γιασεμί και βασιλικό, ανθρώπινες μουρμούρες, και πολλές μα πάρα πολλές μυρουδιές από τις κουζίνες των νοικοκυράδων. Όμορφα χρόνια. Γεμάτα θαλπωρή για την τυραννισμένη μου ψυχή.

Ο παππούς, μου έκανε όλα αυτά τα δρομολόγια για δυο λόγους. Ο ένας γιατί χαιρόταν την βόλτα με τον εγγονό του. Και ο άλλος για να με παρουσιάσει στους συγχωριανούς, να δείξει τις σελίδες της προσωπικής του αθανασίας μέσα στο χώρο και τον χρόνο.

- Χριστός Ανέστη Μιχάλη,
- Αθηλώς Ανέστη ο Κύριος…. Μανώλη... Ιντα κάνεις, ίντα γίνεται.;
- Δόξα τω Θεώ όλα καλά, εσείς? Μα ετούτονα το κοπέλι ποιανού είναι; Χαρώ το ωραίο κοπελάκι....
- Της θυγατέρας μου είναι από το Ηράκλειο της Αλεξάνδρας, έλεγε ο παππούς και φούσκωνε η ψυχή του ικανοποίηση.
Το έβλεπα στα μάτια του, το ένιωθα στα χέρια του που με κρατούσαν με περίσσια στοργή.

Εκείνο όμως που μου έκανε εντύπωση πέρα από την χαρά του παππού σε εκείνες τις βόλτες στην αγορά και στα στενοσόκακα του χωριού, ήταν εκείνη η δυναμική χαρούμενη ιαχή από τα χείλη των ανθρώπων και την καρδιά αρκετών. Χριστός Ανέστη!!! Αληθώς Ανέστη ο Κύριος!!!

Σαν παιδί της πόλης μου φαινόταν πολύ παράξενο, αλλά βαθιά μέσα μου άρεσε. Μου έδινε την αίσθηση μιας διάχυτης χαράς. Ενός πανηγυριού που δεν έλεγε να σταματήσει. Που δεν το χόρταινε η ανθρώπινη λαλιά, τα νοήματα και τα ρήματα, μα κυρίως η καρδιά. Η εσώτερη πληροφορία.
Λαχτάρα και πεθυμιά φανέρωνε στα πρόσωπα εκείνων που δεν υπάρχουν πια. Μια Κρήτη που σιγά σιγά αργοπεθαίνει χάνεται μαζί με όλη την ομορφιά της .


Ο παππούς μου, με συμβούλευε ζηλωτικά, σαν μ’ έστελνε να πάρω πράμα ψιλικά από την αγορά.
- Γιάε, όποιον και να συναντήσεις στο δρόμο, δεν θα του λες Καλημέρα και Καλησπέρα σας, ούτε γεια σας και Χρόνια Πολλά. Μονάχα Χριστός Ανέστη θα λες!!!!!! Και άμα προλάβει και στο πει πιο μπροστά ο άλλος, θα απαντάς Αληθώς Ανέστη!!!! Πρόσεχε γιατί επαε τα παρατηρούνε!!!!!! Ε και πόσο καιρό θα κρατήσει αυτό, ρώταγα; Για 40 μέρες. Αααα μάλιστα. Εντάξει … έλεγα και έφευγα βολίδα για την αγορά με τα πολλά καφενεία, και τα πολύχρωμα μαγαζάκια. Τους παράξενους αλλά συμπαθητικούς εμπόρους τους.

Έτσι και έκανα μαζί με τα σάλτα και τις άλλες κουζουλάδες που κάνει κάθε μικρό κοπέλι στους δρόμους, σαν το στείλουν για δουλειές οι πιο μεγάλοι.

Σήμερα μετά σχεδόν από 24 χρόνια, όλα είναι τελείως διαφορετικά!!!!!

Καταρχήν δεν είμαι πια κοπέλι, τουλάχιστον στην ηλικία, γιατί στην κουζουλάδα μπορεί και να είμαι. Δεν μένω πλέον στην πόλη αλλά στο χωριό του παππού. Είμαι παπάς σε αυτό το χωριό που έκανα τις διακοπές μου, και έπαιζα στα σοκάκια του. Βλέπω και μιλάω με ανθρώπους στους δρόμους που μπάζωσαν τα καλντερίμια και τα ποταμάκια, αλλά ελάχιστοι έως κανείς δεν λέει το Χριστός Ανέστη!!!! Όλοι λένε Χρόνια Πολλά!!! Και το πανηγύρι τελειώνει με το πρώτο φιλί το βράδυ της Ανάστασης στην αυλή της εκκλησίας. Όχι ως βίωμα, αλλά ως συνήθεια και κοινωνική σύμβαση.

Τώρα γιατί και πως, έγιναν αυτές οι αλλαγές, θέλει πολύ κουβέντα. Την οποία μπορώ να κάνω αλλά δεν θέλω γιατί θα πρέπει να μπω πάλι στα κλιπάκια της σκέψης, των διανοημάτων, των αναλύσεων, και των επιλύσεων.

Τελείως εμπειρικά μιλώντας, ούτε καν θεολογικά, μια και η θεολογική ανάλυση και οργάνωση, η μεθοδολογία και η επιστημολογία της με κουράζει για να μην μπω ότι με αδειάζει, εκείνο που μπορώ να καταθέσω χωρίς να διεκδικώ την αντικειμενικότητα της αλήθειας ή την απολυτότητα της ερμηνείας επάνω στην εμπειρία, είναι ότι προτιμώ, ένα κόσμο, μια κοινωνία που επί 40 μέρες χαίρεται, πανηγυρίζει, γιορτάζει και χρησιμοποιεί μια βαθύτατη υπαρξιακή ομολογία και αναζήτηση ως χαιρετισμό "Χριστός Ανέστη" από την κοινωνία του αστικοποιημένου χριστιανισμού, του ευρωπαϊκού και ξενόφερτου ραγιαδισμού, του φτωχού συγγενή και της χαμένης ιδιοπροσωπείας, μοναδικότητας και ετερότητας.


Προτιμώ μια κοινωνία που στο χαιρετισμό της κρύβει ελπίδα, αισιοδοξία, προσδοκία, αναμονή και προοπτική, από τον σημερινό μηδενισμό της ολικής κατάρρευσης. Ένα χαιρετισμό που ακροβατεί υπαρξιακά μεταξύ ζωής και θανάτου. Που μιλάει την γλώσσα τους Αλλιώς, του επέκεινα. Δεν αναζητώ μια εορταστική ευγένεια. Ένα κοινωνικό καθωσπρεπισμό δίχως υπαρξιακό προσδιορισμό, αλλά μονάχα ευγένεια και κοινωνικό ψέμα.

Αναπολώ την κοινωνία των εορτών, του πανηγυριού, από εκείνη της καθημερινής δουλειάς- δουλείας, στο χρόνο, το χρήμα, στα αφεντικά του καπιταλιστικού εκσυγχρονισμού και «ανάπτυξης» . Που καθημερινά κλέβουν αργίες και εορτές από την ανθρώπινη ζωή και βίο, για να δώσουν "ανάπτυξη" και τεχνοκρατική δομή στην κοινωνία της χρηστικότητας και της ανθρώπινης κυριαρχίας επί των πραγμάτων, της κτίσης και της φύσης. Ένα σύστημα που δομήθηκε και συνεχίζει να επιζεί στην «αιμοβόρα» απορρόφηση των προσώπων, των πολιτισμών, της ιστορίας και γενικά της ανθρώπινης ψυχής και ζωής.


Η αναζήτηση της "ουτοπίας", της εναλλακτικής κοινωνικής δομής είναι δικαίωμα κάθε ελεύθερου ανθρώπου που έχει αποτινάξει δεσμά και συρματοπλέγματα από το νου και την σκέψη του. Ακόμη και εκείνα - τα χειρότερα- της «αντικειμενικότητας» , της «προόδου» και του «εκσυγχρονισμού» .


π.Λίβυος



16 Απρ 2009

Επί του Σταυρού....

Αυτός ο Σταυρός στην μέση της Εκκλησίας
στο κέντρο της ιστορίας
στα λόγια του αγωνιστή, στα βήματα του αντάρτη,
στο αίμα που κυλά δίπλα στον αγιασμένο ιδρώτα του εργάτη,
είναι μοίρα κοινή.
Δρόμος δίχως διαφυγή για όλους εκείνους που μύρισαν Ανάσταση
σε ομιχλώδη τοπία, πρώιμη άνοιξη.

Σφραγισμένα στόματα, και χέρια που αγκαλιάστηκαν συντροφικά,
ή υψώθηκαν σαν γροθιές σε πετρώδη μνήματα
απλώθηκαν στο ξύλο του σταυρού και καθηλώθηκαν
με καρφιά εξουσίας που μισούσε την αλήθεια και το φως.

Λιγοστοί έως ελάχιστοι παραμένουν έως το τέλος κάτω από τον Σταυρό.
Οι περισσότεροι σε αρνούνται μπροστά σε μια παιδίσκη
και οι υπόλοιποι στην τελευταία σταγόνα αίματος,
έχουν ήδη συμπράξει με τους εχθρούς σου.

Να ναι άραγε τυχαίο, ότι 2000 χρόνια τώρα
δε μπορέσαμε να σε κατεβάσουμε από τον Σταυρό,
να ξεκουραστεί και εσένα λίγο το κορμάκι σου το χαριτωμένο;
Ποιος άραγε θα θελήσει να ανέβει με το δικό σου τρόπο.....

π. Λίβυος

12 Απρ 2009

Μια φόλα... μέρα των Βαιων.

Σήμερα των Βαΐων. Λειτουργήσαμε όλοι μαζί. Ο γέροντας, ο διάκος και ο συγγράφων. Είχαμε πάρα πολύ κόσμο, αλλά αυτό δεν έχει καμία απολύτως σημασία.


Πιστέψτε με ποτέ δε μέτρησα την εκκλησία με ποσοστά συμμετοχής. Δε με ενδιαφέρει και νομίζω οτι οταν ο Χριστός έλεγε ''μη φοβού το μικρό ποίμνιο'' κάτι τέτοιο θα εννοούσε. Άλλωστε η εκκλησία ως γεγονός, κοινωνίας με τον Θεό και τους ανθρώπους, ως κοινότητα ενότητας, αγάπης και εσχατολογικής προοπτικής, δε νομίζω ότι είναι για τους πολλούς.


Ο Γιανναράς έλεγε οτι η εκκλησία είναι για λίγους. Τι να εννοούσε άραγε. Ελιτισμό; Όχι. Απλά γνώση και επίγνωση του ανθρώπου, των ανθρώπινων και γενικότερα της ιστορίας. Δεν είναι όλα για όλους. Τότε τι θα γίνει με την σωτηρία των ανθρώπων, του κόσμου. Εεεε ας αφήσουμε Εκείνον που τον δημιούργησε να αποφασίσει. Δεν είναι δικές μας δουλειές αυτές.


Είτε μας αρέσει είτε όχι αυτή είναι μια μεγάλη αλήθεια. Οι περισσότεροι επονομαζόμενοι χριστιανοί δεν έχουν καμία σχέση με την Εκκλησία, τον Χριστό και την διδασκαλία Του. Και ούτε που τους απασχολεί. Απλά θρησκεύουν. Όπως θα έκαναν εάν ήταν στο Ιράν μέσα από τον Ισλαμισμό ή στην Ινδία μέσα από τον Ινδουισμό. Αυτή είναι η μεγάλη πλειοψηφία. Και μαζί με αυτούς παιδεύονται και οι λίγοι, οι οποίοι και ενδιαφέρονται και αντιλαμβάνονται και νιώθουν αυτό το καινό, το ιδιαίτερο για αυτούς, που προσκομίζει ο Χριστός και η εκκλησιαστική εμπειρία στον κόσμο.
Γιατί όμως τα λέω αυτά άραγε, μέρα που είναι σήμερα και είμαι και πάρα πολύ κουρασμένος για να κάθομαι να γράφω;


Μα γιατί για ακόμη μια εκατομμυριοστή φορά ήρθα αντιμέτωπος με αυτό το ψέμα, την υποκρισία, την θρησκοληψία, την σαμανική μαγική προσέγγιση του Χριστιανισμού και της εκκλησίας.
Μόλις είχαμε τελειώσει την λειτουργία και είχα αρχίσει να βγάζω και να διπλώνω τα άμφια μου, την ώρα που μπήκε στο ιερό βήμα ο δεύτερος γιος μου και μου είπε, ότι ο γάτος μας, τον οποίο έχουμε τώρα 3 χρόνια είναι κάτω από ένα αμάξι δηλητηριασμένος. Δηλαδή φολιασμένος.
Πήρα το αμάξι και πήγα να δω τι γίνεται. Πράγματι το Γατί το είχαν φολιάσει, δηλητηριάσει.
Τη ώρα που είχα σκύψει πάνω από το σχεδόν ξεψυχισμένο κορμί του, άνοιξε το παράθυρο του διπλανού σπιτιού, ήταν ο "δολοφόνος" του.
-Καλημέρα πάτερ.
- Καλημέρα σας, του λέω.
Σκέφτηκα...... λες να ζητήσει κανένα συγνώμη. Λες, να γίνονται τέτοια θαύματα μέσα στις πέτρινες καρδιές των ανθρώπων;
- Πάτερ σας ήθελα.
Λεεεες, σκέφτομαι μέσα μου για ακόμη μια φορά. Λες να ένοιωσε τι έκανε. Να ένοιωσε οτι όταν καταστρέφεις την φύση, την οποιαδήποτε μορφή ζωής και ύπαρξης, σκοτώνεις τον ίδιο τον Θεό; Ότι δε μπορείς να λέγεσαι άνθρωπος και μάλιστα χριστιανός όταν κρύβεις μέσα σου τόση βιαιότητα, βαναυσότητα και κόλαση συναισθημάτων;
- Ξέρετε πάτερ έλεγα ότι, να.... μπαίνει Μεγάλη Εβδομάδα, νηστεύω κι όλας και σκέφτηκα ότι θα ήταν καλό να κάνω ένα ευχέλαιο, τι λέτε θα έρθετε να μου κάνετε ένα ευχέλαιο; Μέρες γιορτινές είναι και θα ήθελα να είμαι έτοιμος να κοινωνήσω.


Τα συμπεράσματα δικά σας.

π.Λίβυος


4 Απρ 2009

Μια Κουκούλα που κανείς δεν ήθελε να βγάλει…



του π. Χαράλαμπου Παπαδόπουλου

Δημοσιεύθηκε Εφημ. ΡΗΞΗ φύλλο 51


Από τον περασμένο Δεκέμβρη μέσα σε όλα τα γεγονότα που έζησε η νεοελληνική κοινωνία, δολοφονία του μικρού Αλέξη, ξέσπασμα της νεολαίας, αγροτικές και εργατικές κινητοποιήσεις, οικονομική κρίση, αύξηση της ανεργίας, άνθιση της “τρομοκρατίας” κ.α μέχρι και την πρόταση νόμου για την ποινικοποίηση της κουκούλας, σκέφτομαι και ξανασκέφτομαι ότι κάποιος, κάποιοι δεν θέλουν με κανένα τρόπο να συλλάβουν ή να αφαιρέσουν την κουκούλα από τους επονομαζόμενους γνωστούς αγνώστους. Τι να θέλουν άραγε να κρύψουν; Όχι οι κουκουλοφόροι, αλλά όλοι αυτοί που μπορούν αλλά δεν θέλουν να τους βγάλουν την κουκούλα. Γιατί άραγε; Τι φοβούνται από την αποκάλυψη των προσώπων;

Ακούει κανείς τα Μ.Μ.Ε, τους πολιτικούς, κοινωνικούς, οικονομικούς και άλλους παράγοντες της χώρας να αναφέρονται σε αυτούς λες και πρόκειται για εξωγήινους. Λες και έπεσαν από τον ουρανό. Σαν να μην είναι αυτοί πολίτες της χώρας. Μέλη μιας οικογένειας, μιας γειτονιάς, μιας πόλης ή ενός χωριού. Από πού ήρθαν; Δεν προϋπήρχαν. Δεν είναι παιδιά ή ενήλικες της κοινωνίας της δικιάς μας, της γειτονιά μας, του σχολείου μας, της πόλης και του χωριού μας;

Ας μην κοροϊδευόμαστε μεταξύ μας. Και κυρίως ας μην πέφτουμε θύματα της επικοινωνιακής πολιτικής της εκάστοτε εξουσίας. Το πρόβλημα στην Ελλάδα δεν είναι η έλλειψη νόμων. Από νόμους και διατάξεις μπουχτίσαμε. Τους οποίους όμως κανείς ποτέ δεν θέλησε να τους εφαρμόσει. Η μάλλον καλύτερα η εξουσία τους εφάρμοζε και συνεχίζει με τον ίδιο ζήλο να πράττει, με μοναδικό κριτήριο το συμφέρον της. Επιλεκτικά. Στοχευμένα με γνώμονα όχι την δικαιοσύνη ή την ισονομία των πολιτών, αλλά το πολιτικό και οικονομικό συμφέρον της. Τα θύματα της επιλεκτικής κρατικής δικαιοσύνης αναρίθμητα. Όλα στο βωμό του μηχανισμού κατασκευής ενόχων, αποδιοπομπαίων τράγων, φόβητρο και σκιάχτρων της κοινωνικής ηρεμίας, ώστε να δικαιώνεται το ‘’αγγελικό’’ σύνδρομο της σιωπηλής και αυτοδικαιομένης και απολύτως συμβιβασμένης κοινωνίας των «νομιμοφρόνων» και «ευυπολήπτων» πολιτών. «…..Αυτοί είναι που σκοτώνουν ασφαλέστερα χωρίς δισταγμό. Είναι φοβεροί οι άνθρωποι που δεν έχουν ποτέ αμαρτήσει, ή που νομίζουν πως ποτέ δεν αμάρτησαν. Ο ανεπίληπτος είναι ένα τέρας, έξω από το φυσικό νόμο. Εγώ αγαπώ τον αμαρτωλό……» 1

Άλλωστε για αισθάνεσαι δίκαιος πάντα πρέπει να υπάρχει ένας άδικος. Για να αισθάνεσαι ο καλός της ιστορίας πρέπει να υπάρχει ένας κακός, και αν δεν υπάρχει, πρέπει πάση θυσία να κατασκευάσουμε, «τι θα γίνουμε δίχως βαρβάρους»2 καθώς λέει και ο Αλεξανδρινός ποιητής.

Πολύ απλά λοιπόν η κρατική εξουσία δεν θέλει να συλλάβει τους εκάστοτε «κουκουλοφόρους» εδώ και δεκαετίες. Και περισσότερο δεν θέλει να τους βγάλει την κουκούλα. Γιατί; Μα γιατί η κουκούλα τους συμφέρει. Μας συμφέρει όλους. Ώστε κανείς να μην έρθει προ των ευθυνών του. Κανένας να μην αναλαμβάνει τις ευθύνες που το αναλογούν.

Γιατί άμα κάποια μέρα τελικά πάρουμε την απόφαση να βγάλουμε τις κουκούλες, θα δούμε τα παιδιά μας. Τα δικά μας παιδία. Που είναι σάρκα από την σάρκα μας και αίμα από το αίμα της κοινωνίας μας. Αυτά τα παιδιά που αφήσαμε χωρίς αγάπη και ενδιαφέρον, χάρη της δουλειάς μας, του χρήματος και της καριέρας. Τα παιδία που μεγάλωσαν μέσα σε αποπνικτικές τσιμεντουπόλεις, σε διαμερίσματα όπου ο ήλιος και το φεγγάρι έχουν να ανταμώσουν δεκαετίες. Όπου το καυσαέριο και τα βιομηχανικά λύματα έχουν κλέψει την παιδαγωγία του κάλλους από την μάνα γη, από την δύναμη της ζωής.

Εκείνα τα παιδιά που άκουγαν νύχτα και μέρα τα απειλητικά τηλέφωνα των τραπεζικών τοκογλύφων, που είδαν την μάνα και τον πατέρα χωρίς γέλιο και κέφι για την ζωή, χωρίς δουλειά, χωρίς λεφτά, μα πιο πολύ με μια ζωή στα χέρια τους συντρίμμια.

Θα δουν οι δάσκαλοι τους μαθητές τους, που ουδέποτε αντιμετώπισαν ως ζωντανές υπάρξεις και ιδιαίτερες προσωπικότητες, αλλά ως αριθμούς και νούμερα μιας τάξης. Ως πειραματόζωα μιας γνωστικής ύλης(που διαρκώς επί δεκαετίες αλλάζει) που έπρεπε να έχει ξεφυλλιστεί μέχρι το τέλος του έτους, αδιαφορώντας για το αντίκρισμα αυτής στην δόμηση της παιδικής και εφηβικής προσωπικότητας.

Επίσης πίσω από τις κουκούλες θα έβλεπε και η εκκλησία τα παιδιά που απέρριψε ως «αμαρτωλά και άσωτα», που δεν τα αγάπησε και δεν τους έδωσε χώρο να αναπνεύσουν. Κοινότητα με πρόσωπο να υπάρξουν, όνομα, δικαίωμα, λόγο και παρουσία, αλλά τα περιθωριοποίησε προσφέροντας τους μια απρόσωπη λατρεία όπου ο Θεός απορροφούσε τον άνθρωπο, το πρόσωπο, την μοναδικότητα που εκείνος είχε δημιουργήσει και κάποιοι άλλοι στο όνομα του ήθελαν να καταργήσουν και να ποδηγετήσουν. Λησμονώντας ότι η ενανθρώπηση του Χριστού δεν ήταν τίποτε άλλο παρά η κένωση του Θεού, η ταπείνωση και η συγκατάβαση προς το ανθρώπινο. Η ρήξη της εικόνας ενός Θεού εξουσιαστή που διατάζει και τιμωρεί, με έναν Θεό που πάσχει, υποφέρει και θυσιάζεται για τον άνθρωπο. Δεν υπάρχει στον Χριστό Θεός αφέντης αλλά δούλος, διάκονος, υπηρέτης του ανθρώπου, του πάσχοντος ανθρώπου. Κατάργηση της εξουσίας με την αγάπη και την διακονία μέχρι Σταυρού.

Και βέβαια πάνω από όλους πίσω από την κουκούλα που κανείς δεν θέλει να βγάλει θα έβλεπε το Κράτος τους ανέργους, τους κακοπληρωμένους εργάτες ή τα παιδία αυτών, τους ανασφάλιστους, τους εργαζομένους των 300, 400, 600 ή 700 ευρώ. Τους βασανισμένους εργάτες χωρίς επιδόματα, χωρίς αργίες και ρεπό, των εργοδοτικό μεσαίωνα που καθημερινά γιγαντώνεται και προβλέπεται ακόμη σκληρότερος και τρομακτικότερος σε Ελλάδα και Ευρώπη. Θα συναντούσε τα γκέτο των μεταναστών, τους απόκληρους και περιθωριοποιημένους που το παγκοσμιοποιημένο κεφάλαιο εκμεταλλεύτηκε ως φτηνά εργατικά χέρια και μαύρη εργασία και τώρα πλέον εγκαταλείπει σε ξένη γη δίχως μέλλον.

Το κράτος που δεν θέλει να βγάλει την κουκούλα γιατί ξέρει και γνωρίζει καλά ότι θα δει τους δικούς του ανθρώπους παρακρατικούς και πρακτορίσκους να εκτελούν σκοτεινές κρατικές εντολές, παίζοντας τα παιγνίδια του κεφαλαίου και της κρατικής καταστολής, που χρειάζεται και βολεύεται με τον φόβο της κουκούλας. Επιθυμεί και επιδιώκει όταν βρίσκεται σε δύσκολες ιστορικές συγκυρίες, μια κοινωνία κινδυνεύει από ταραχές, κουκούλες, πλιάτσικα, τρομοκρατίες κ.α που τρέχει πανικόβλητη και τρομαγμένη, φοβική και ανασφαλής να επιζητήσει από το κράτος προστασία, αστυνομοκρατία, περισσότερη καταστολή, νόμους και διατάξεις για το «καλό» της, για την «προστασία» της έτοιμη να ξεπουλήσει κοινωνικά κεκτημένα μεγάλων αγώνων. Το φοβικό σύνδρομο είναι μια γνωστή μέθοδος που χρησιμοποιεί η παγκόσμια μηχανή εξουσίας απέναντι στους πολίτες για να επιβάλει τους δικούς της ρυθμούς ζωής, τους δικούς της όρους «ελευθερίας» σε ένα παιγνίδι εξ αρχής στημένο.

Η κρατική μηχανή και το οικονομικό κεφάλαιο που την στηρίζει χρησιμοποιεί τον φόβο και την τρομοκρατία για να καταστρατηγήσει ελευθερίες και δικαιώματα του πολίτη. Αναδεικνύει ως άλλοθι, το αίτημα των «ευυπόληπτων» και «νομιμόφρων» πολιτών για περισσότερη καταστολή όχι βέβαια των κουκουλοφόρων και πλιατσικολόγων που δεν πρόκειται ποτέ να πιάσει γιατί όπως αναφέραμε τους χρειάζεται, αλλά για την περικοπή και περιστολή των ανθρώπινων δικαιωμάτων και πολιτικών κεκτημένων. Άλλωστε υπουργός ήταν αυτός που πριν λίγες μέρες ομιλώντας σε εμπόρους και καταστηματάρχες, δήλωσε χωρίς αιδώ ότι στην Ελλάδα το πρόβλημα είναι η ‘’υπερευαισθησία μας στα ανθρώπινα δικαιώματα και τα πολιτικά κεκτημένα’’. Δε νομίζω ότι υπάρχει κάτι άλλο να σκεφτούμε ή να συμπεράνουμε για το ότι δεν υπάρχει πολιτική και ιδιαιτέρως κρατική βούληση, ώστε να βγουν οι κουκούλες. Και τούτο διότι είναι πασιφανές ότι πίσω από αυτές παίζονται τα παιγνίδια της πολιτικής και οικονομικής εξουσίας, άσε δε μόλις τραβήξουμε την πρώτη κουκούλα θα φανούν τα παιδία μας, μα κυρίως και πάνω από όλα οι ευθύνες μας, οι αξίες, τα ιδανικά, ο πολιτισμός μας, η ζωή που προδώσαμε και τώρα γυρνάει να πάρει την εκδίκηση της.



1.Αγγελου Τερζάκη, Δίχως Θεό, εκδ. Αετός Α.Ε., Αθήνα 1951 σ. 247

2.Κωνσταντίνος Καβάφης.